-αν- Αρχική Σελίδα

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2014

Ανακοίνωση συντρόφων για την "απαγωγή" στα Εξάρχεια

Το Σάββατο 22 Μάρτη στις 22.00 σύντροφοι του αναρχικού χώρου πραγματοποιήσαμε μια πολιτική παρέμβαση στην πλ. Εξαρχείων με ένα σαφέστατο μήνυμα και πολλαπλούς αποδέχτες. 
Απο εδώ και στο εξής δεν θα γίνεται ανεκτή οποιαδήποτε εχθρική συμπεριφορά απέναντι στον πολιτικοποιημένο κόσμο της περιοχής, τους κατοίκους της, τους κινηματικούς χώρους και τα στέκια. 
Δεν είμαστε διατεθειμένοι να αφήσουμε την ιστορική περιοχή των Εξαρχείων έρμαιο στις κάθε λογής μαφίες και συμμορίες. 
Δεν είμαστε διατεθειμένοι να παρακολουθούμε απαθείς προκλήσεις και εχθρικές συμπεριφορές απέναντι σε άτομα ή χώρους του κινήματος και κατοίκους των Εξαρχείων.
Ο αριθμός των συντρόφων που συμμετείχαν αλλά και η ύπαρξη βαρύ οπλισμού χρησιμοποιήθηκε για την εμπέδωση του μηνύματος σε αποδέκτες που καταλαβαίνουν δυστυχώς μόνο με αυτό τον τρόπο, όπως επίσης και για την εξασφάλιση των εμπλεκόμενων αγωνιστών κατά την αποχώρηση του.

Τα Εξάρχεια ανήκουν στους αγωνιζόμενους και όχι στις μαφίες και τους ένστολους κρατικούς προστάτες τους.

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

Σαμποτάζ σε ΧΩΡΙΑΤΙΚΟ και ΑΤΤΙΚΟΥΣ ΦΟΥΡΝΟΥΣ

"ΤΟ ΧΩΡΙΑΤΙΚΟ" ΚΑΙ ΟΙ "ΑΤΤΙΚΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ" ΒΡΩΜΑΝΕ ΒΙΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΚΑΙ TRAFFICKING

Το Σάββατο 15/3 πραγματοποιήσαμε δράσεις σε 3 καταστήματα των αλυσίδων "ΤΟ ΧΩΡΙΑΤΙΚΟ" στην Ομόνοια & "ΑΤΤΙΚΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ" στον Ευαγγελισμό και στο Μοναστηράκι. Αφού προσεγγίσαμε τα καταστήματα, πετάξαμε στο εσωτερικό τους αμπούλες βρώμας με σκοπό να σαμποτάρουμε την παραγωγή, ενώ παράλληλα πετάχτηκαν τρικάκια τα οποία ενημέρωναν πελάτες και περαστικούς για το ποιόν των αφεντικών των συγκεκριμένων αλυσίδων και για το τι κρύβεται πίσω από τις επιχειρήσεις αυτές.
Ακολουθεί το κείμενο που αναγραφόταν στα τρικάκια:

Οι φούρνοι "ΤΟ ΧΩΡΙΑΤΙΚΟ",των αδελφών ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΩΝ, είναι βιτρίνα για να ξεπλένονται χρήματα από την εξαναγκαστική πορνεία γυναικών, από τα στριπτιτζάδικα και από τα "ραντεβού για μασαζ"
ΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ "ΤΟ ΧΩΡΙΑΤΙΚΟ" ΚΑΙ ΟΙ "ΑΤΤΙΚΟΙ ΦΟΥΡΝΟΙ" ΒΡΩΜΑΝΕ ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΠΟΡΝΕΙΑ
Ο Άγγελος και Αντώνης Γιαννακόπουλος, τα δύο αδέρφια/επιχειρηματίες και ιδιοκτήτες 20 και πλέον φούρνων"το Χωριάτικο" και των "Αττικών Φούρνων" έχουν συλληφθεί ή διαφύγει της σύλληψης τους 2 φορές στο παρελθόν, με την κατηγορία ότι διευθύνουν κύκλωμα εξαναγκαστικής πορνείας, εμπορίας γυναικών και trafficking, που ελέγχει το 80% των εκδιδόμενων γυναικών στην Ελλάδα. Το 2008 και το 2010 σε επιχείρηση της αστυνομίας (λευκός άρτος) και του ΣΔΟΕ στα κεντρικά γραφεία του "ΧΩΡΙΑΤΙΚΟΥ" (τότε ήταν στην Μιχαήλ Βόδα και Ιουλιανού, τώρα βρίσκονται στην Αγίου Μελετίου και Αχαρνών) και σε άλλους χώρους των Γιαννακόπουλων, μεταξύ των άλλων βρέθηκαν και τα εξής: έγγραφα και σφραγίδες από offshore εταιρεία - "Desena limited"- με έδρα την Κύπρο, που διαχειριζόταν 5 στριπτιτζάδικα στην Αθήνα, ανάμεσά τους το "Αλκατράζ" στην Λ.Συγγρού και το "star" στη Λ.Ηρακλείου. Οι επιχειρηματίες/νταβατζήδες διέθεταν και μία πολυκατοικία στη Λ.Ηρακλείου 29 όπου κρατούσαν φυλακισμένες τις γυναίκες που δίαφοροι πελάτες βίαζαν επί πληρωμή.
Το ελληνικό παράρτημα εμπορίας σαρκός συνεργαζόταν με αντίστοιχα μαφιόζικα κυκλώματα της Ρωσίας. Μέσω ταξιδιωτικού γραφείου και εταιρείας ευρέσεως εργασίας, έρχονταν σε επαφή με γυναίκες από Ρωσία,Λιθουανία,Πολωνία, και με υποσχέσεις για δουλειά στην Ευρώμη τις έφερναν στην Ελλάδα. Έκτοτε ξεκίναγε ο εφιάλτης γι'αυτές τις γυναίκες: έμεναν φυλακισμένες και εξαναγκάζονταν να εκδίδονται ή να δουλεύουν σε στριπτιτζάδικα. Οι νταβατζήδες Γιαννακόπουλοι με τους συνεργάτες τους τις εκβίαζαν μέσω των χαρτιών τους, των οικογενειών τους ή ακόμα και με την απειλή των ζωών τους.
Στη μαφιόζικη επιχείρηση, πέρα από τους φύλακες των γυναικών, τους <<μεταφορείς>>, τους λογιστές που εργάζονταν για λογαριασμό τους, υπήρχε και ενας απόστρατος μπάτσος, ο Κωνσταντίνος Κύρος, ο οποίος είχε αποταχθεί λόγω κατάχρησης 70 εκατομμυρίων δραχμών από το ταμείο του Τμήματος Αλλοδαπών. Ο συγκεκριμένος μπάτσος είχε σημαντικό ρόλο μέσα στην οργάνωση των νταβατζήδων μιας και λόγω των επαφών του μπορούσε να εξασφαλίζει χαρτιά για τις φυλακισμένες γυναίκες. Τώρα ο Κύρος είναι υπεύθυνος προσωπικού στους φούρνους "ΤΟ ΧΩΡΙΑΤΙΚΟ"...
Παρά τις 31 συλλήψεις (μεταξύ αυτών και ο Αντώνης Γιαννακόπουλος που κάθησε ένα χρόνο προφυλακισμένος), τις εφόδους, τις προφυλακίσεις και τις διώξεις που ασκήθηκαν στην πρώτη επιχείρηση της αστυνομίας το 2008 (λευκός άρτος), τα μέλη του κυκλώματος αποφυλακίστηκαν και άμεσα συνέχισαν το εμπόριο και την εκπόρνευση των γυναικών. Μια γυναίκα που ξέφυγε από το κύκλωμα των νταβατζήδων, μια ανώνυμη επιστολή και ένα τηλεφώνημα στην πολωνική πρεσβεία, από μια φυλακισμένη γυναίκα, ήταν οι αφορμές ώστε η αστυνομία να διεξάγει την επιχείρηση Λευκός Άρτος Νο2, το 2010, και να προβεί πάλι σε 17 συλλήψεις. Καμία υπόθεση δεν έχει τελεσιδικήσει και οι νταβατζήδες /έμποροι σάρκας συνεχίζουν τα επιχειρηματικά τους σχέδια με τις ευλογίες του κράτους και των δικαστών..
Σύντροφοι,συντρόφισσες

Αντιγραφή από : Athens Indymedia

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ (το υπό έκδοση βιβλίο του Σάββα Ξηρού)

Μετά το βιβλίο του "Λουκά" - Δημήτρη Κουφοντίνα  της Ε.Ο 17Ν, "Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη", έρχεται και δεύτερο βιβλίο, απ΄τον πολυτραυματία "Μιχάλη" - Σάββα Ξηρό, της Οργάνωσης αυτή την φορά, με τίτλο Πολιτική Ευθύνη. 

Οι απόψεις του Σάββα Ξηρού διατυπώθηκαν στο πλαίσιο έρευνας που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο της Λευκωσίας και το Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ από την προπτυχιακή φοιτήτρια Νομικής Ζωή Ανδρεαδάκη-Κοντού, υπό την επίβλεψη της καθηγήτριας Δήμητρας Σορβατζιώτη, και από τον υποψήφιο διδάκτορα Πολιτικών Επιστημών Σωτήρη Καράμπαμπα, υπό την επίβλεψη της δρ. Μαρίας Γκράσσο.

Αποσπάσματα από το βιβλίο του Σάββα Ξηρού παρατίθενται στην Εφημερίδα των Συντακτών του Σαββατοκύριακου 15-16 Μάρτη 2014. Στο πρώτο κομμάτι το μέλος της 17 Νοέμβρη μιλάει για τους λόγους και τις αιτίες που τον έκαναν να συμμετέχει στην οργάνωση.

«[…] Το βασικό μου κίνητρο ήταν η αγάπη προς τους άλλους και κυρίως για αυτούς που έχουν βιώσει την αδικία. Όταν έχει το αίσθημα της αυτοθυσίας, αυτό σε οδηγεί στη βεβαιότητα για τις επιλογές σου, που είναι το επόμενο βήμα. Αυτή η βεβαιότητα οδηγεί στην τόλμη και η τόλμη στην υπέρβαση. Αυτή η βεβαιότητα έχει όμως και ένα ελάττωμα: Όταν βασίζεσαι στην αυτοπεποίθηση, φουντώνει τον εγωισμό… Επειδή, σε τέτοιες καταστάσεις, δεν μπορείς να έχεις συμβούλους ή να εμπιστεύεσαι άλλους ανθρώπους και πρέπει να βασίζεσαι μόνο σε αυτά που ξέρεις και ένας άνθρωπος δεν μπορεί να τα κάνει όλα τέλεια και όλα σωστά, για αυτό και κάποια στιγμή θα κάνει το μοιραίο λάθος… Όσο πιο μεγάλη είναι η αυτοπεποίθηση τόσο πιο σφοδρή θα είναι και η σύγκρουση.»


Όσον αφορά την πρακτική της 17 Νοέμβρη: «[...] Για μένα έγκλημα είναι αυτό που ζούμε τώρα, αυτή η λεηλασία δεκαετιών του κράτους που μας έχει φέρει σε αυτή την κατάσταση, δηλαδή το έγκλημα των πολιτικών. Βέβαια πολλοί θα πουν, εσύ το λες αυτό; Εσύ ποιος είσαι; Eγώ δεν θεωρώ ότι είμαι τρομοκράτης, θεωρούσα ότι νομιμοποιούμαι από το παλιό άρθρο του Συντάγματος, το 114, καθώς το Σύνταγμα έχει γίνει από πολιτικούς λάστιχο για να προσαρμόζεται στις επιθυμίες τους. Όσο δρούσε η Οργάνωση δεν τρομοκρατούσε τους ανθρώπους με τέτοιο τρόπο, ώστε άλλοι να αυτοκτονούν, άλλοι να καταφεύγουν στα ψυχοφάρμακα και άλλοι να φεύγουν μετανάστες. Δεν θεώρησα ποτέ τον εαυτό μου κάποιου είδους πρωτοπορία αλλά σαν μέλος μιας κοινωνίας που υφίσταται κάποιες αδικίες πιστεύω ότι έκανα κάτι το οποίο πολλοί επιθυμούσαν αλλά ελάχιστοι το τολμούσαν. Έτσι, εκπροσωπώντας όλους αυτούς στην πρακτική, τους εκπροσωπώ και σήμερα ως φυλακισμένος. Αυτό υποδηλώνει ένα είδος ελαχιστοποίησης της βίας.»
Στη συνέχεια ο Σάββας Ξηρός απάντησε στο αν πίστευε ότι οι ενέργειες που έκανε θα άλλαζαν τα πράγματα: «O στόχος ήταν να φανεί η εικόνα που περιέγραψα πιο πάνω, δηλαδή η πραγματική εικόνα του κράτους. Η ανικανότητα και ο ραγιαδισμός των πολιτικών, που επί δεκαετίες τώρα λυμαίνονται το δημόσιο, αφήνοντας πίσω τους, όπως φαίνεται καθαρά πλέον σήμερα, καμένη γη και στρατιές ανέργων και εξαθλιωμένων ανθρώπων. Δεν θεωρούσα βέβαια ότι λίγοι άνθρωποι θα μπορούσαν να κάνουν μια τεράστια αλλαγή, την οποία χρειάζεται ο τόπος. Για να γίνει αυτό είναι αναγκαία μια συνειδητοποίηση από τους πολίτες. Να δουν την αλήθεια. Εγώ, σαν μέλος μιας συγκεκριμένης κοινωνίας, θεωρούσα ότι έπρεπε να κάνω κάτι για αυτή την κοινωνία. Να φανεί ότι η πραγματική εικόνα των κυβερνώντων δεν ήταν αυτή που παρουσιάζονταν…»
Ο καταδικασμένος για τρομοκρατία έγραψε και για την δίκη της οργάνωσης: «[…] Όσον αφορά τον πρώτο παράγοντα οι εφημερίδες έγραφαν ότι δικαζόταν η "17 Νοέμβρη". Στο εδώλιο όμως δεν κάθισε η Οργάνωση, αλλά πρόσωπα. Υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στα πρόσωπα και στην Οργάνωση. Δηλαδή υπάρχει ο ομαδικός χαρακτήρας και ο προσωπικός χαρακτήρας. Οι ομαδικές επιλογές και οι προσωπικές επιλογές. Με τον ίδιο τρόπο υπάρχει από τον προσωπικό μέχρι τον ομαδικό χαρακτήρα, μέχρι αυτόν μιας κοινωνικής ομάδας ή την ψυχοσύνθεση που έχει μια εθνότητα. Υπάρχουν δηλαδή τα γενικά χαρακτηριστικά και τα ειδικά. Αυτό το λέω γιατί η Οργάνωση μετά τις συλλήψεις δεν υπάρχει, έχει διαλυθεί. Αυτό που ήξερε ο κόσμος ως Οργάνωση πλέον δεν υφίσταται. Στο εδώλιο κάθεται ο καθένας και είναι φορέας της προσωπικής του ιστορίας και μόνο. Άλλο αν ανήκε σε μια Οργάνωση, στο εδώλιο είναι πρόσωπο, κανείς δεν μπορεί να υπογράψει σαν "17 Νοέμβρη", υπογράφει με το όνομά του. Υπάρχει διαφορά σε σχέση με τα δικαστήρια που έγιναν σε άλλες χώρες. Εκεί είχαν συλλάβει κάποιους, αλλά η Οργάνωση ήταν ακόμα σε λειτουργία. Αυτοί που είχαν συλληφθεί μπορεί να υπέγραφαν με το όνομά τους, αλλά θεωρούνταν μη ενεργά μέλη μιας Οργάνωσης στην οποία είχαν κατά κάποιο τρόπο την υποχρέωση να έχουν για παράδειγμα κομματική πειθαρχία, δηλαδή θα μπορούσαν να κάνουν μια ομαδική υπεράσπιση. Σ΄ εμάς αυτό δεν συνέβη. Δεν συνέβη γιατί δεν υπήρξε έξω καμία Οργάνωση, κατά συνέπεια καμία υποχρέωση για κομματική πειθαρχία. Έτσι ο καθένας διάλεξε τον δρόμο του. Κανείς δεν μπορεί να πει ότι "εγώ είμαι η Οργάνωση" ή "εγώ κράτησα τη σωστή γραμμή, οπότε παίρνω και τον τίτλο", κανείς δεν μπορούσε να επωμιστεί αυτόν το ρόλο, γιατί η Οργάνωση είχε περάσει πλέον στην ιστορία…»
Στην εφημερίδα των συντακτών παρατέθηκαν αποσπάσματα από το βιβλίο όπου ο Σάββας Ξηρός μιλάει για τις φυλακές:
«[…] Απ’ την άλλη υπάρχουν διάφορες εθνότητες που κάνουν συμμορίες. Άλλοι έχουν τα ναρκωτικά, άλλοι έχουν τα οινοπνευματώδη, άλλοι κάνουν απλώς εμπόριο και όταν ακούς για καβγά στον Κορυδαλλό είναι συνήθως για συναλλαγές, για χρέη, για ναρκωτικά, για κλοπές, για τοκογλυφία. Η κοινωνία της φυλακής, μια κοινωνία κρατουμένων μαζί και υπαλλήλων, είναι μια μικρογραφία της έξω κοινωνίας, με τα προβλήματά της διογκωμένα. Κυριαρχεί η συναλλαγή και η ιδιοτέλεια, η δουλοπρέπεια και ο ατομισμός, το ψεύδος και η απάτη, η συκοφαντία και η εκδικητικότητα, ο αυταρχισμός και η απαξίωση, η εξαθλίωση, ο εξευτελισμός. Πρόκειται για μια κοινωνία σε πλήρη παρακμή και αποσύνθεση, χωρίς να αποκλείονται και οι φωτεινές εξαιρέσεις, όπως κι έξω, αλλά εξαιρέσεις. Ό,τι τυχόν θετικό υπάρχει δεν πηγάζει από τους θεσμούς, αλλά από το φιλότιμο, ενώ η γενική ροπή είναι σε κάθε περίπτωση προς την εξαχρείωση…»
Γιατί κατά τη γνώμη σας υπάρχει τέτοιος βαθμός αποτυχίας του σωφρονιστικού συστήματος ή αλλιώς τόσο μεγάλο ποσοστό υποτροπής;
«Το καλούμενο σωφρονιστικό σύστημα, εκτός του ότι δεν ασχολείται με τη διαμόρφωση και την επανένταξη των κρατουμένων, δεν είναι ούτε καν τιμωρητικό των πράξεων. Στην πραγματικότητα είναι εκδικητικό και παραδειγματικό. Εννοώ ότι όποιος έχει περάσει από τις πύλες της φυλακής, όπως και στην Κόλαση του Δάντη, υποχρεούται να εγκαταλείψει εκεί κάθε ελπίδα ότι θα ξαναγίνει κάποτε μέλος της κοινωνίας. Το μόνο που θα μπορέσει να προσφέρει στο εξής στην κοινωνία θα είναι το παράδειγμα προς αποφυγήν, ως αρνητικό πρότυπο.»
«Η διαμόρφωση ενός κρατουμένου προκειμένου να επανενταχτεί (σε ποια κοινωνία άραγε;) επαφίεται στην τύχη και στον φόβο ότι θα βρεθεί πάλι στο συγκεκριμένο περιβάλλον της φυλακής, το οποίο πολλοί θεωρούν αφελώς ότι για αυτόν το λόγο θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν χειρότερο από πλευράς συνθηκών και όσο πιο μαρτυρικό γίνεται. Η συμμόρφωση όμως επιτυγχάνεται μέσω τριών διαφορετικών κατευθύνσεων. Είτε με το φόβο, είτε με το αμοιβαίο όφελος, είτε με την πλήρη συνειδητοποίηση. Συμμόρφωση από φόβο είναι η πιο επιφανειακή και πιο πρόσκαιρη απ’ όλες. Αν π.χ. περιλάβει κάποιος έναν πραγματικό τρελό στο ξύλο επί σαράντα μέρες (όπως γινόταν παλιότερα), δεν πρόκειται να ξανακάνει τις ίδιες τρέλες και επιστρέφει κατά τα φαινόμενα στο χώρο του υγιής. Όπως όμως λέει η αντίστοιχη επιστήμη, στην πραγματικότητα δεν θεραπεύεται, αλλά "μαθαίνει να παριστάνει τον υγιή από φόβο". Έτσι, ένας που συμμορφώνεται από φόβο, όταν κατά την γνώμη του δεν τον βλέπει κανείς θα κάνει τα ίδια ενώ όταν τον βλέπει, θα αναμασάει τυποποιημένες φράσεις, από εκείνες που κάνουν τις συνεντεύξεις κρατουμένων να έχουν τον ίδιο επίλογο "… και να γίνω χρήσιμο μέλος της κοινωνίας" παρότι γνωρίζουν ενδόμυχα ότι και η πολιτεία και η κοινωνία τούς έχουν ξεγραμμένους…»
«[…] Εκτός από την ίδια τη συναλλαγή, υπάρχει και το υλικό στοιχείο, ως λύση και ταυτόχρονα αίτια όλων των προβλημάτων, που ακούει στο όνομα βιοχημική καταστολή, από τη λάθρα χορήγηση ουσιών, που θα αναφερθούμε εκτενώς στο τέλος, μέχρι τα "νόμιμα" ψυχοφάρμακα, μέχρι τα παράνομα ναρκωτικά. Αυτή η πραγματικότητα δημιουργεί το υπόβαθρο για την οικονομία της φυλακής. Τα τσιγάρα, τα ψυχοφάρμακα, οι τηλεκάρτες, σαν μέσα μιας ανταλλακτικής οικονομίας συνιστούν ταυτόχρονα και σκληρό νόμισμα για τους εμπόρους ναρκωτικών, που δεν περιφρονούν και άλλα τιμαλφή, με συνέπεια εξαρτημένη να απομένουν πολύ σύντομα με μία βερμούδα και ένα ζευγάρι σαγιονάρες, αν είναι τυχεροί. Εκτός από τους χρήστες, στην ίδια μοίρα είναι και οι μετανάστες, καθώς και όσοι από τους ντόπιους έχουν εγκαταλειφθεί από τις οικογένειές τους. Αυτοί, για ένα τσιγάρο ή για έναν καφέ, υπόκεινται σε κάθε είδους εξευτελισμό και εκμετάλλευση. Δεν υπάρχει αλληλεγγύη. Τους βρίσκουν στην ανάγκη και τους πατάνε στον λαιμό. Θα έλεγα ότι πρόκειται για ένα ακριβές αντίγραφο μιας αυτορρύθμισης της αγοράς με βάση την προσφορά και τη ζήτηση: ζούγκλα…»
Για τις συνθήκες που επικρατούν στις φυλακές, ο Ξηρός γράφει: «[…] Επιπρόσθετες ουσίες πλην αυτών, και ειδικότερα σκοπολαμίνη, έχει εντοπιστεί στο συσσίτιο του νοσοκομείου, σε ορισμένα προϊόντα της καντίνας για κάποιο διάστημα και στα εισερχόμενα τρόφιμα των συγγενών. Η συγκεκριμένη ουσία, σημειώνω, παλαιότερα χρησιμοποιούνταν ως ορός της αλήθειας, γιατί κάνει τον χρήστη πολύ επικοινωνιακό, με την έννοια ότι χάνονται τα φίλτρα και τα όρια από τη σκέψη και ουσιαστικά σκέφτεται φωναχτά. Μιλάει με φόρα, σαν πολυβόλο, ακούει μόνο τον εαυτό του και δεν προλαβαίνει να προσέξει τον συνομιλητή, τον οποίο δεν αφήνει να ολοκληρώσει τίποτα, γιατί όταν σκεφτεί ή θυμηθεί κάτι δεν αντέχει να μην το πει αμέσως…
[…] Κάποια από τις ουσίες που έμπαινε τους πρώτους μήνες και κατά τη διάρκεια της πρώτης δίκης στο συσσίτιο, που είναι και η πιο συνηθισμένη για τα φαγητά των συγγενών του επισκεπτηρίου, προκαλεί στα τρόφιμα ταχύτατη αποσύνθεση, έτσι ώστε αν αργήσεις λίγο να φας, το φαγητό βγάζει φυσαλίδες και πήζει, το γάλα γίνεται γιαούρτι, το ψωμί βγάζει μούχλα πρασινομπλέ, το κρέας βρωμάει ψόφιο, ακόμα και τα αλλαντικά και τα πιάτα βάφονται ένα χρώμα καστανοκίτρινο, ενώ από τα σκουπίδια την ίδια μέρα αναδύεται μυρωδιά γκαζιού. Το φαγητό τότε χαλάει στο στομάχι πριν να χωνευτεί, με συνέπεια να παράγεται γκάζι που δηλητηριάζει τον οργανισμό, ενώ και όταν πάει κάποιος στην τουαλέτα μυρίζει ψοφίμι. Έτσι, πολύ σύντομα χάνεις βάρος όσο και ό,τι κι αν τρως. Ο αδερφός μου το πρώτο διάστημα έχασε με αυτόν τον τρόπο το 1/3 του βάρους τους, από 135 κιλά έπεσε στα 90 μέσα σε έναν περίπου μήνα. Αυτή την ουσία τη χειρίζονται οι φύλακες πάντα με ιατρικά γάντια…»
Πώς θα περιγράφατε τη συμμετοχή σας στην Οργάνωση σήμερα;
«[…] Ήρθα στην Αθήνα τη δεκαετία του ’80, κατέχοντας την τέχνη του αγιογράφου, που γνώρισε άνθηση τις επόμενες δεκαετίες. Όμως αντί για καριέρα προτίμησα ένα δρόμο δύσβατο, εξαιτίας του οποίου έπρεπε να ζω στη σκιά. Σε κάθε επαγγελματική ευκαιρία φερόμουν με χρονική ασυνέπεια, για να μη δεσμευτώ, και παρέμεινα στο περιθώριο, παρότι γνώρισα ανθρώπους της τέχνης και του πνεύματος της εποχής. Απέρριψα δελεαστικές προτάσεις εδώ και στο εξωτερικό, δεν σπούδασα, δεν έκανα περιουσία, δεν έκανα οικογένεια. Βρίσκομαι τα τελευταία 11 χρόνια στη φυλακή και βλέπω την κατεδάφιση της χώρας και την αδράνεια της κοινωνίας. Απολύσεις, κατασχέσεις, μισθοί και συντάξεις πείνας, υπερχρέωση, κατάργηση δικαιωμάτων αιώνων μέσα σε μια νύχτα. Ενάμιση εκατομμύριο άνεργοι, πεντακόσιες χιλιάδες λουκέτα, εκατόν είκοσι χιλιάδες επιστήμονες μετανάστες, τέσσερις χιλιάδες αυτοκτονίες τα τελευταία χρόνια, συσσίτια, άστεγοι, ρακοτροφοσυλλέκτες, φορόπληκτοι, απλήρωτοι για μήνες. Οι άρχοντες μετράνε με σχολαστική ακρίβεια τους τόκους και τα επιτόκια και απ’ την άλλη υπολογίζουν χοντρικά ότι θα χαθούν μια-δυο γενιές, λες και μιλάνε για κολοκύθια.
Εκατομμύρια χαμένες ζωές, χαμένα όνειρα, χαμένες δεκαετίες. Δεν κουνιέται φύλλο, μόνο αναζητούν επίγειους σωτήρες. Άλλοι πολιτικούς, άλλοι συνδικαλιστές, άλλοι πρωτοπόρους του πνεύματος, άλλοι τραμπούκους, άλλοι το ιππικό, άλλοι την κόκκινη αρκούδα. Και μέσα σ’ όλα αυτά, κάποιοι αναπολούν και τη 17Ν. Όχι για τον ιδεολογικό της προσανατολισμό ή τη διορατικότητα ή ό,τι άλλα, αλλά με την έννοια "πού είναι κάποιος άλλος να βάλει το κεφάλι του στον τουρβά αντί για μας".
Κατέβηκα στην Αθήνα 19 χρόνων και σήμερα είμαι 51, ενώ κακώς εχόντων των πραγμάτων θα παραμείνω στη φυλακή άλλα 9 χρόνια. Θα βγω από δω, αν βγω, ανάπηρος και άνεργος. Αν είχα διαλέξει τον άλλο δρόμο, θα ήμουν τώρα ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας –ενδεχομένως πρώην– ή θα προήγαγα με την τέχνη μου την ελληνική παράδοση. Θα άφηνα ίσως και μούσι, για να βγαίνουν τα λόγια μου τορνευτά και καδραρισμένα, ενώ παράλληλα θα αγωνιζόμουν να σώσω το σύστημα για να μη χάσω την κοινωνική θέση και το χρήμα που θα είχα με κόπο αποκτήσει. Όμως αντί γι’ αυτό, αντί να γίνω ένα αξιοπρεπές τομάρι, προτίμησα το ρόλο του έντιμου κορόιδου…
[…] Απέναντι υπάρχει μια γενιά που διαισθάνεται αυτό που έρχεται και ασφυκτιά. Δεν γνώρισε την ανέμελη παιδική ηλικία των μύθων, γιατί πάντα είχε το άγχος να αντεπεξέλθει σε υπερβολικές υποχρεώσεις. Κάθε στιγμή αισθάνεται βαριά την πίεση του χρόνου, σ’ ένα διαρκή αγώνα για να ζήσει όχι τώρα, αλλά κάποτε στο μέλλον. Κατά κανόνα, η γενιά αυτή δεν γνώρισε στο παρελθόν τη φτώχεια, γιατί γεννήθηκε στην επίπλαστη κοινωνία της αφθονίας των δανεικών, που τώρα τη βλέπει να ψυχορραγεί. Γιατί στους χρόνους της προηγούμενης γενιάς καταναλώθηκε ό,τι είχαν χτίσει οι παππούδες τους μετά τον πόλεμο, ό,τι είχαν παράγει οι γονείς τους και, μέσω του υπέρογκου δανεισμού, ό,τι δυνητικά θα παρήγαγαν οι ίδιοι, τα παιδιά τους, ίσως και τα εγγόνια τους. Κι απέναντι στα αποκαΐδια που κληρονομούν, βλέπουν ότι σαν μόνη λύση ορθώνεται η καταστολή, για να συνεχιστεί απερίσπαστα η λεηλασία, μέχρι οι «μεγάλοι» να ολοκληρώσουν το έργο τους.
Ίσως ένα παιδί να μην μπορεί να περιγράψει όλα αυτά με λόγια ή να μην μπορεί να ερευνήσει τις αιτίες, όμως εκτός του λόγου υπάρχει κι η διαίσθηση, που αποτυπώνει στο νου εικόνες και σχήματα. Που από μια συζήτηση των γονιών, μια είδηση, μια σκηνή στο δρόμο ή στο διαδίκτυο, συσσωρεύονται στην παιδική ψυχή βαριά συναισθήματα για ένα σκοτεινό αδιέξοδο. Κι όταν αυτά τα συναισθήματα απλωθούν, σαν σύννεφο που κρύβει από τα μάτια τους κάθε ελπίδα για το μέλλον, τότε μια σπίθα αρκεί για να μετασχηματιστούν σε οργή ενάντια στον γυάλινο κόσμο που ζούνε και σ’ όλα του τα πρότυπα και τα σύμβολα…»

Στην Ηλεκτρονκή έκδοση της εφημερίδας  ΕΘΝΟΣ, στο άρθρο που μιλάει για το υπό έκδοση βιβλίο υπάρχει και βίντεο μέσα απ΄το κελί του Ξηρού στο οποίο ο πολυτραυματίας επιμελείται τα του βιβλίου.Το ενδιαφέρον του δίαρκειας 59" video είναι στο ότι βλέπουμε το κελί στο οιποίο ζει και προφανώς ζουν και οι υπόλοιποι έγκλειστοι...

Μια φυλακή μέσα στη φυλακή

Ο κρατούμεος Τάσος Θεοφίλου έστειλε και η εφημερίδα δημοσίευσε, τόσο στην έντυπη όσο και στην ηλεκτρονική της έκδοση, στην Εφημερίδα των Συντακτών του Σαββατοκύριακου 15-16 Μάρτη 2014 το παρακάτω άρθρο...


Του Αναστάσιου Θεοφίλου*
Σύμφωνα με δημοσιεύματα στον Τύπο, ο υπουργός Δικαιοσύνης προτίθεται να καταθέσει νομοσχέδιο στη Βουλή που θα αφορά την αυστηροποίηση της λειτουργίας των φυλακών και συγκεκριμένα την εσωτερική τους διαβάθμιση σε κλιμακούμενα επίπεδα πειθαρχικού ελέγχου και τιμωρίας, σε μια λογική υπερκατασταλτικής διαχείρισης του έγκλειστου πληθυσμού. Οι φυλακές, σύμφωνα με τα σχέδια του υπουργείου, θα χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Στα ήδη υπάρχοντα καταστήματα κράτησης τύπου Β θα προστεθούν τα καταστήματα κράτησης τύπου Α, που θα στεγάσουν τα αδικήματα του λευκού κολάρου (χρεοφειλέτες και ελαφρά παραβατικότητα), και οι τύπου Γ, που θα αποτελέσουν τις σύγχρονες πειθαρχικές φυλακές.

Οι φυλακές τύπου Γ, που στην ουσία θα αποτελέσουν μια «Κέρκυρα» υψηλής τεχνολογίας, θα λειτουργούν με ειδικό σωφρονιστικό κώδικα και όσοι κρατούνται σε αυτές δε θα έχουν δικαίωμα άδειας ή αναστολής, οι επικοινωνίες θα περιορίζονται, θα ελέγχονται και ενδεχομένως θα λογοκρίνονται, ο κρατούμενος θα μένει στο κελί μόνος του επί 23 ώρες το 24ωρο, στερούμενος οποιαδήποτε δημιουργική δραστηριότητα, ανθρώπινη επαφή και αλληλεπίδραση, καταδικασμένος στην απόλυτη απραγία. Μια φυλακή μέσα στη φυλακή. Ένας τύπος φυλακής για την κατάργηση του οποίου τη δεκαετία του ’90 δόθηκαν σκληροί αγώνες, βασανίστηκαν εκατοντάδες κρατούμενοι και τσακίστηκαν δεκάδες κόκαλα. Μια μεσαιωνικού τύπου τιμωρία που στόχο έχει όχι τον σωματικό, αλλά τον πιο «πολιτισμένο» πνευματικό ακρωτηριασμό του τιμωρούμενου.

Σ’ αυτές τις φυλακές θα εγκλείονται όσοι κατηγορούνται ή καταδικάστηκαν με βάση τον «αντι»τρομοκρατικό νόμο, στελέχη του οργανωμένου εγκλήματος και όσοι «στασιάζουν οργανωμένα» κατά τη διάρκεια της κράτησής τους. Με αυτό το κτηνώδες μέτρο, τη δημιουργία πειθαρχικής φυλακής, και δεδομένων από τη μια των προβλημάτων λόγω υπερπληθυσμού και από την άλλη της προβληματικής ανεπάρκειας στη σίτιση, τη θέρμανση και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η κυβέρνηση προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει οποιαδήποτε πιθανότητα κινητοποίησης και διαμαρτυρίας εντός των τειχών για την καλυτέρευση των συνθηκών κράτησης, δημιουργώντας ένα ισχυρό φόβητρο. Η πιθανότητα να βρεθεί κάποιος κρατούμενος σε αυτές τις απάνθρωπες συνθήκες λειτουργεί ανασταλτικά προς οποιαδήποτε μορφή αντίστασης στις αυθαιρεσίες της σωφρονιστικής εξουσίας, συμπαρασύροντας προς το αυστηρότερο όλες τις φυλακές. Από την άλλη, είναι ένα μέτρο που προφανώς αποσκοπεί στην εξόντωση των πολιτικών κρατουμένων, στους οποίους θα εφαρμοστεί πιλοτικά.

Οι νέες πειθαρχικές φυλακές τύπου Γ θα λειτουργήσουν στα πρότυπα των αντίστοιχων φυλακών των ΗΠΑ, κατά την τακτική της κυβέρνησης να εισάγει διαρκώς κατασταλτική τεχνογνωσία από το κράτος που εισηγήθηκε και πρώτη φορά εφάρμοσε το δόγμα Νόμος και Τάξη, με συνέπεια την εκτίναξη του πληθυσμού των αμερικάνικων φυλακών στο 1% επί του συνολικού πληθυσμού της χώρας (στην Ελλάδα, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, προς το παρόν το αντίστοιχο ποσοστό είναι περίπου 0,15%).

Δεν είναι χωρίς σημασία ότι αυτή η μέθοδος εγκλεισμού που χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά στις φυλακές του Pelican Bay στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ το 1984, αρχικά για «ειδικές κατηγορίες κρατουμένων» και έπειτα σε πιο διευρυμένη κλίμακα, έχει δεχθεί κριτική τόσο από πολιτικές και ανθρωπιστικές οργανώσεις, που διοργανώνουν καμπάνιες για την κατάργησή τους, όσο κι απ’ τους ίδιους τους κρατούμενους σ’ αυτές, που αγωνίζονται για τον ίδιο σκοπό. Πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι η απεργία πείνας 30.000 κρατουμένων στις φυλακές της Καλιφόρνιας το καλοκαίρι του 2013, που κατάφερε να αναδείξει το ζήτημα σε διεθνές επίπεδο.

Ο τρόπος αυτός εγκλεισμού, που κατά μέσο όρο διαρκεί 7,5 χρόνια και σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνάει τη δεκαετία, ουσιαστικά αχρηστεύει τον κρατούμενο δημιουργώντας του μια σειρά ψυχοσωματικών ασθενειών. Ταυτόχρονα λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία για τους υποστηριχτές του θεσμού, αφού σ’ αυτές τις συνθήκες ο κρατούμενος απανθρωποποιείται και γίνεται όλο και πιο βίαιος. Τα βίαια ξεσπάσματα που προκαλούν στον κρατούμενο αυτές οι συνθήκες στην ουσία τον καταδικάζουν σε ένα φαύλο πειθαρχικής τιμωρίας, που του στερεί τη δυνατότητα εξόδου απ’ αυτό το καθεστώς. Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, αυτές οι συνθήκες κράτησης παραβιάζουν τις διεθνείς συμβάσεις για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Στα πλαίσια ενός συνεχούς, αφελούς και νοσηρού copy paste αμερικανικών πρακτικών, τα ακροδεξιά σπαθόλουρα Αθανασίου – Δένδιας, ξεπατικώνουν ακόμη ένα μέτρο από τη χώρα που ίδρυσε το Γκουαντάναμο. Μέρος της εσωτερικής φύλαξης και της διαχείρισης των κρατουμένων, λοιπόν, περνάει στην αστυνομία και επιπλέον ιδρύονται, σύμφωνα με δημοσιεύματα στον Τύπο, αστυνομικές μονάδες τύπου ΕΚΑΜ, εξειδικευμένες στην καταστολή ταραχών στις φυλακές, που θα τους παραχωρηθεί η εξουσία να κάνουν χρήση πυροβόλων όπλων, όποτε το θεωρούν «αναγκαίο». Το αντίστοιχο σώμα στις ΗΠΑ, οι μονάδες SERT, χαρακτηρίζονται για τις «ευαίσθητες» σκανδάλες των όπλων τους και ευθύνονται για δεκάδες δολοφονίες κρατουμένων.

Όπως η εργασία, η υγεία, η παιδεία, οι μεταφορές, έτσι και η φυλάκιση γίνεται ένα πεδίο που μπαίνει στο στόχαστρο της μνημονιακής αναδιάρθρωσης, ώστε να προσαρμοστεί στους νέους όρους επιβολής του κεφαλαίου. Απ’ τη μια αυστηροποιείται και από την άλλη ιδιωτικοποιείται. Μετατρέπεται συγχρόνως σε αιχμή ενός μοντέλου πολιτικής διαχείρισης που βασίζεται στο δόγμα Νόμος και Τάξη. Ένα μοντέλο πολιτικής διαχείρισης που νοηματοδοτεί και αιτιολογεί την εξουσία μέσω της αποθέωσης του νόμου και της τάξης σε αντιδιαστολή με την αποσάθρωση και υποτίμηση της κοινωνικής πρόνοιας. Ένα μοντέλο πολιτικής διαχείρισης που συσπειρώνει τα πιο συντηρητικά κομμάτια της κοινωνίας και μεταθέτει την ευθύνη από τα πάνω προς τα κάτω, θεωρώντας πως κοινωνικό πρόβλημα δεν είναι η φτώχεια καθεαυτή, αλλά η παραβατικότητα των φτωχών και εννοώντας πως κοινωνικά προβλήματα, όπως η φτώχεια, βαραίνουν τα ίδια τα υποκείμενα και δεν άπτονται της κοινωνικής, αλλά της αντεγκληματικής πολιτικής.

Καθώς το κεϊνσιανικό μοντέλο εγκαταλείπεται, η ποινική καταστολή στην Ελλάδα προσαρμόζεται στις συνθήκες γενικευμένης συστημικής κρίσης, επεκτείνοντας και βαθαίνοντας τον ρόλο της. Αναλαμβάνοντας στην ουσία τον ρόλο του μοναδικού διασφαλιστή της κοινωνικής συνοχής. Από τη μια επεκτείνεται συμπεριλαμβάνοντας κομμάτια της έκπτωτης μεσαίας τάξης, τους νεόπτωχους και τους χρεοφειλέτες και από την άλλη βαθαίνει αυξάνοντας την ένταση της καταστολής, μεγεθύνοντας τις ποινές και αυστηροποιώντας τις συνθήκες κράτησης στο «παραδοσιακό» της κοινό, αυτό των αποκλεισμένων και των παραβατικών. Η φυλάκιση και η καταστολή μετατρέπονται σταδιακά στη μοναδική απάντηση για προβλήματα που έπρεπε να θεωρούνται κοινωνικά, αντικαθιστώντας το κράτος πρόνοιας. Η φυλακή γίνεται η μόνη λύση και ο ρόλος της είναι πια να στεγάσει όσους δεν κατάφεραν να αντεπεξέλθουν στη σύγχρονη καπιταλιστική αναδιάρθρωση και στους νέους όρους ζωής που θέτουν τα μνημόνια.

Έτσι λοιπόν η αναδιάρθρωση των φυλακών και της καταστολής προς το αυστηρότερο δεν αφορά μόνο πολιτικούς ακτιβιστές και παραβατικούς. Δεν είναι ζήτημα απλώς στοιχειώδους ευαισθησίας και ανθρωπισμού το αν μια κοινωνία θα αφήσει το πιο ευάλωτο κομμάτι της, τους κρατούμενους, βορά στα σχέδια των δυο σιαμαίων υπουργών με ύφος Ναπολέοντα. Αφορά όλους εκείνους που βλέπουν την εργασιακή τους δύναμη να απαξιώνεται και ως εκ τούτου να είναι εκτεθειμένοι σε μια ολοένα και αυστηρότερη ποινική καταστολή. Η σύγχρονη πολιτική διαχείριση βασισμένη στο δόγμα Νόμος και Τάξη έχει προνοήσει με πιο ήπιες μορφές τιμωρίας, με τα βραχιολάκια-GPS και τα καταστήματα κράτησης τύπου Α, να συμπεριλάβει κάτω από τον άμεσο έλεγχο της ποινικής καταστολής μια μεγάλη κοινωνική γκάμα, που μέχρι πρόσφατα –όσο λειτουργούσε το κεϊνσιανικό μοντέλο- θεωρούνταν προνομιούχος.

Η αναδιάρθρωση στις φυλακές που επιχειρούν από κοινού τα υπουργεία Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, προβλέπεται να είναι η χαριστική βολή σε μια κοινωνία που στενάζει κάτω από τη φτώχεια και τα μνημόνια, καθώς η αυστηροποίηση στα όρια του απάνθρωπου που πάει να επιβληθεί, θα συνδυαστεί με τη διεύρυνση της κοινωνικής στόχευσής της.

Η φυλακή είναι ένας θεσμός ντροπιαστικός για την ανθρωπότητα. Ένας θεσμός που θα καταργηθεί μαζί με τον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Μαζί με το ξεπέρασμα της κοινωνικής οργάνωσης που έχει ανάγκη από τόσο βάρβαρους θεσμούς. Μέχρι τότε όμως είναι προφανές ότι υπάρχει η αναγκαιότητα μεταρρυθμίσεων, όχι φυσικά προς το πιο κτηνώδες, αλλά προς το πιο ανθρώπινο.

Οι φυλακές στην Ελλάδα φυσικά και έχουν προβλήματα, φυσικά και είναι ντροπιαστικές ακόμα και για φυλακές. Το πρόβλημα στις ελληνικές φυλακές δεν είναι ότι κάθε δυο χρόνια πραγματοποιείται και μια απόδραση, αλλά ότι χιλιάδες άνθρωποι κάθε μέρα στοιβάζονται σαν τα ποντίκια, υποσιτίζονται, στερούνται το νερό και τη θέρμανση. Πρόβλημα στις ελληνικές φυλακές είναι η αισχροκέρδεια μέσω των υπερκοστολογημένων τηλεφωνικών κλήσεων και των ειδών πρώτης ανάγκης. Πρόβλημα είναι η αδυναμία τακτικών επισκεπτηρίων καθώς οι περισσότερες φυλακές είναι κτισμένες εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τα βασικά αστικά κέντρα και εκατοντάδες μέτρα από κατοικημένες περιοχές.
Πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχει πρόβλεψη και ειδικός χώρος για συνεύρεση μεταξύ συζύγων όπως συμβαίνει ακόμα και σε τριτοκοσμικές χώρες. Πρόβλημα είναι ότι εν έτει 2014 απαγορεύεται στους κρατούμενους η πρόσβαση στο διαδίκτυο.
Πρόβλημα είναι ότι ένα μεγάλο μέρος των κρατουμένων βρίσκεται στη φυλακή χωρίς στοιχεία αλλά μόνο βάση του άρθρου-εκτρώματος 187 περί εγκληματικών οργανώσεων. Πρόβλημα είναι ότι εκατοντάδες κρατούμενοι στερούνται τις άδειες που δικαιούνται επειδή υπάρχουν ευθυνόφοβοι εισαγγελείς και διευθυντές φυλακών, παρ’ ότι το ποσοστό παραβίασης των αδειών στις ελληνικές φυλακές είναι από τα χαμηλότερα σε παγκόσμιο επίπεδο. Προβλήματα στις ελληνικές φυλακές υπάρχουν εκατοντάδες και σίγουρα η οποιαδήποτε ανύπαρκτη, ούτως η άλλως, μορφή «επιείκειας» δεν είναι ένα από αυτά.

Φυλακές Δομοκού 11/3
*Αναρχικός κομμουνιστής, κρατούμενος στις φυλακές Δομοκού.

Τσόμσκι: Ο σημερινός φιλελευθερισμός είναι τυραννία

Ο Νόαμ Τσόμσκι (Avram Noam Chomsky, γενν. 7 Δεκεμβρίου 1928) είναι Αμερικανός καθηγητής στο Τμήμα Γλωσσολογίας και Φιλοσοφίας τουΤεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης (MIT). Έχει συγγράψει πλήθος βιβλίων και άρθρων, ενώ έχει δώσει και εκτενείς διαλέξεις επάνω σε ένα ευρύτατο φάσμα θεμάτων τα οποία περιλαμβάνουν τη γλωσσολογία, τη φιλοσοφία και την ιστορία της διανόησης. Επίσης ο Τσόμσκι έχει πλούσιο ιστορικό πολιτικού ακτιβισμού από τη δεκαετία του '60 κι έπειτα, με πληθώρα βιβλίων τα οποία επικρίνουν κυρίως την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, ενώ με δήλωσή του τοποθέτησε ιδεολογικά τον εαυτό του στον αναρχικό χώρο, αν και κατά καιρούς έχουν σχολιαστεί οιφιλελεύθερες καταβολές της πολιτικής του σκέψης. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, απ' όπου αποφοίτησε με πτυχίο φιλοσοφίας το 1949 και με μεταπτυχιακό στη γλωσσολογία το 1951. Η συνεργασία του εκεί με τον διάσημο γλωσσολόγο Zellig Harris έθεσε τις βάσεις για τις μετέπειτα θεωρίες του στη γλωσσολογία και την πολιτική του σκέψη.
Ο Τσόμσκι είναι ο εισηγητής της λεγόμενης «γενετικής-μετασχηματιστικής γραμματικής», κυρίως με το ριζοσπαστικό γλωσσολογικό του σύγγραμμα Συντακτικές Δομές του 1957. Η γενετική θεωρία για τη γλώσσα, παρά τις αλλεπάλληλες εξελίξεις και αναθεωρήσεις της, χαρακτηρίζεται από κάποιες σταθερές παραδοχές όπως η ακόλουθη: η ικανότητα του ανθρώπου να παράγει και να κατανοεί ασύλληπτο για τον ανθρώπινο νου αριθμό προτάσεων είναι έμφυτη και μας οδηγεί βάσιμα στην υπόθεση για την ύπαρξη γλωσσικών καθολικών, γενικευμένων δομών και περιορισμών στους οποίους υπακούν όλες οι φυσικές γλώσσες, παρά την παρατηρούμενη τεράστια τυπολογική ποικιλία τους. Η ύπαρξη μιας εγγενούς «Καθολικής Γραμματικής» καθιστά το παιδί ικανό να μαθαίνει τη μητρική του γλώσσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, παρά την αποσπασματικότητα των δεδομένων τα οποία προσλαμβάνει ο άνθρωπος κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του.
Ο Τσόμσκι αμφισβήτησε βάσιμα τη συμπεριφοριστική θεωρία για την γλωσσική κατάκτηση και προώθησε ένα τυπικό/φορμαλιστικό πρότυπο περιγραφής και ανάλυσης της γλώσσας, ιδιαίτερα στο επίπεδο της σύνταξης. Ο τρόπος με τον οποίο ο Τσόμσκι απέδωσε φορμαλιστικά την γλωσσική ικανότητα εξηγεί επαρκώς τη λεγόμενη "γλωσσική δημιουργικότητα", κεντρική ιδιότητα των φυσικών γλωσσών: με ένα πεπερασμένο αριθμό κανόνων και ένα ορισμένο σύνολο γλωσσικών μονάδων (φωνολογικών και λεξικών), οι άνθρωποι είναι ικανοί να παραγάγουν και να αντιληφθούν ένα άπειρο πλήθος προτάσεων, συμπεριλαμβανομένων προτάσεων που ποτέ ξανά δεν έχουν παραχθεί. 

Αντιγραφή από : wikipedia


Πριν από έναν σχεδόν χρόνο, τον Μάη του 2013 είχε δώσει μια ενδιαφέρουσα, όπως σχεδόν όλες του οι παρεμβάσεις, συνέντευξη στον Michael Wilson του  Modern Success


'Εχετε αυτοπροσδιοριστεί ως αναρχοσυνδικαλιστής. Οι περισσότεροι έχουν συνδέσει στο μυαλό τον αναρχισμό με τις συγκρούσεις και τα επεισόδια. Ποια είναι η πραγματικότητα και τι είναι για εσάς ο αναρχισμός;
 
Ο αναρχισμός είναι κατά την άποψή μου μια τάση της ανθρώπινης σκέψης που εμφανίζεται σε διαφορετικές περιστάσεις και έχει μερικά σπουδαία χαρακτηριστικά. Κατά κύριο λόγο πρόκειται για μια τάση που είναι αντίθετη σε κάθε μορφή εξουσίας, κυριαρχίας ή ιεραρχίας. Τάσσεται κατά των δομών ιεραρχίας και κυριαρχίας σε κάθε έκφανση της ανθρώπινης ζωής, σε όλο το φάσμα, που μπορούμε να πούμε πως επεκτείνεται από τις πατριαρχικές οικογένειες μέχρι τα αυτοκρατορικά συστήματα.
 
Δεν υπάρχει εξουσία «ελέω θεού», αλλά ο καθένας θα πρέπει να δικαιολογεί την ισχύ του. Αφού δεν μπορεί να το κάνει, που συνήθως αυτό συμβαίνει, τότε η εξουσία του θα πρέπει να καταρρεύσει και να αντικατασταθεί από κάτι πιο ελεύθερο και δίκαιο. Και όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ, η Αναρχία είναι απλά αυτή η τάση, η οποία μπορεί να πάρει διάφορες μορφές ανάλογα με τη χρονική συγκυρία.
 
Ο αναρχοσυνδικαλισμός από την άλλη είναι μια ειδική κατηγορία αναρχισμού, που βασίζεται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, στον έλεγχο του συνόλου της εργασίας, και όχι μόνο της παραγωγικής διαδικασίας, από τους εργαζόμενους. Για παράδειγμα οι εργαζόμενοι θα πρέπει να έχουν απόλυτο έλεγχο των όρων εργασίας τους, τον έλεγχο των επιχειρήσεων στις οποίες εργάζονται. Οι εταιρείες αυτές θα πρέπει να λειτουργούν σε συνεργασία με τις κοινότητες και θα πρέπει να συνδέονται με ένα πλέγμα ελεύθερων ενώσεων. Η δημοκρατία αυτού του είδους θα πρέπει να έχει ως βασικό πυλώνα μια ελεύθερη κοινωνία γενικότερα.
 
Δεν είναι μια συγκεκριμένη δομή. Σε μια τέτοια κοινωνία θα υπάρχει μια συνδιαμόρφωση ιδεών μέσω της οποίας θα αναπτύσσεται η διαδικασία. Η εικόνα που επικρατεί για το «χάος της αναρχίας», τις σπασμένες βιτρίνες και τις συγκρούσεις δεν έχει καμία σχέση με τον αναρχοσυνδικαλισμό που υπερασπίζεται μια πολύ οργανωμένη κοινωνία, η οποία ωστόσο οργανώνεται από κάτω με άμεση συμμετοχή σε κάθε επίπεδο και όσο το δυνατόν λιγότερη εξουσία, έως και καθόλου, αν είναι εφικτό.
 
Γιατί κάποιος θα πρέπει να επιλέξει την Αναρχία σε αντίθεση ας πούμε με τον Φιλελευθερισμό;
 
Αυτό που ονομάζεται φιλελεύθερο - ελευθεριακό στις ΗΠΑ είναι ένα μοναδικό φαινόμενο. Δεν υπάρχει στην πραγματικότητα πουθενά αλλού, ίσως λίγο στην Αγγλία. Δίνεται η δυνατότητα μεγάλης εξουσίας και κυριαρχίας σε ιδιώτες. Η ιδιωτική εξουσία είναι τόσο δυνατή που μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Η βασική υπόθεση αυτής της θέσης είναι πως με κάποιο μαγικό τρόπο η συσσώρευση δύναμης στους ιδιώτες θα οδηγήσει σε μια ελεύθερη και δίκαιη κοινωνία. Στην πραγματικότητα αυτή είναι μια ιδέα που υποστήριζαν πολλοί στο παρελθόν, όπως ο Άνταμ Σμιθ για παράδειγμα, που το κύριο επιχείρημά του ήταν πως οι αγορές υπό συνθήκες απόλυτης ελευθερίας θα έφταναν σε ένα σημείο ισορροπίας. Λοιπόν αυτό δεν συμβαίνει...
 
Πολλοί το ισχυρίζονται ακόμα και σήμερα αυτό;
 
Ναι και ο φιλελευθερισμός που υποστηρίζουν στον σημερινό κόσμο είναι απλά μια από τις χειρότερες μορφές τυραννίας, μια ασύδοτη ιδιωτική τυραννία. Αντίθετα ο αναρχισμός διαφέρει πολύ από αυτήν την σκέψη. Ζητά την κατάργηση της τυραννίας, όλων των ειδών, συμπεριλαμβανομένου και αυτού που δημιουργείται από την συσσώρευση εξουσίας των ιδιωτών. Λοιπόν νομίζω πως η ελευθερία σε κάθε περίπτωση είναι καλύτερη από την υποταγή. Είναι καλύτερο να είσαι ελεύθερος παρά σκλάβος. Είναι καλύτερα να μπορείς να αποφασίζεις εσύ, παρά να το κάνει κάποιος άλλος για εσένα, λαμβάνοντας αποφάσεις και στη συνέχεια να σε αναγκάζει να τις τηρείς. Νομίζω πως είναι αδιαμφισβήτητο και δεν χρειάζεται κανείς να επιχειρηματολογήσει πάνω σε αυτό. Είναι τόσο ξεκάθαρο.
 
Το ζήτημα όμως, και σε αυτό θα πρέπει να σταθούμε, είναι το πως θα μπορέσουμε να κινηθούμε προς αυτήν την κατεύθυνση. Εντός της σημερινής κοινωνίας υπάρχουν πολλοί τρόποι. Ένας από αυτούς είναι μέσω του κράτους στο βαθμό που αυτό θα είναι ελεγχόμενο από τον λαό. Μακροπρόθεσμα ο αναρχισμός σίγουρα ζητάει να καταργηθεί και αυτό. Ωστόσο μπορεί να υπάρχει παράλληλα με την ιδιωτική εξουσία και θα μπορούσε να ενισχύεται, αν είναι υπό δημόσιο έλεγχο και επιρροή. Το κράτος παρέχει τους μηχανισμούς για να περιοριστεί η επικίνδυνη ιδιωτική εξουσία. Για παράδειγμα μπορεί να θεσπίσει κανόνες για την ασφάλεια των εργαζομένων στο χώρο εργασίας ή να εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή υγειονομική περίθαλψη κ.α. Αυτά δεν πρόκειται να εφαρμοστούν μέσα από την ιδιωτική εξουσία, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει.
 
Όμως όλα αυτά μπορούν να προκύψουν μέσα από ένα κράτος που θα ελέγχεται δημοκρατικά, ώστε να προωθήσει ρεφορμιστικά μέτρα. Νομίζω πως αυτές είναι κάποιες ωραίες κινήσεις που θα μπορούσαμε να κάνουμε. Ωστόσο θα πρέπει να προσβλέπουμε σε κάτι πολύ μεγαλύτερο, πολύ πέρα από όλα αυτά και σε μια πολύ μεγαλύτερη κλίμακα εκδημοκρατισμού. Και δεν πρέπει μόνο να το σκεφτόμαστε αλλά και να εργαστούμε πάνω σε αυτό. Αυτό τόνιζε και ένας από τους κορυφαίους στοχαστές του αναρχισμού το 19ο αιώνα, ο Μπακούνιν, ο οποίος ανέφερε πως μπορείς να οικοδομήσεις μια κοινωνία του μέλλοντος μέσα από την παρούσα κοινωνία. Και ζούσε σε πολύ πιο αυταρχική κοινωνία από τη δική μας. Αυτό μπορεί να γίνει. Για παράδειγμα οι αυτοδιαχειριζόμενες ή κοινοτικά ελεγχόμενες επιχειρήσεις είναι ίσως οι σπόροι μιας μελλοντικής κοινωνίας μέσα στη σημερινή.
 
Και αυτοί οι σπόροι όχι μόνο μπορούν να ανθίσουν, αλλά ανθίζουν. Υπάρχει μια πολύ σημαντική εργασία του Gar Alperovitz σχετικά με τους συνεταιρισμούς στην περιοχή του Κλίβελαντ που ελέγχονται από τους εργαζόμενους και την τοπική κοινότητα. Γίνεται μεγάλη θεωρητική συζήτηση για το πως θα μπορούσε να λειτουργήσει κάτι τέτοιο. Όμως πέρα από το επίπεδο της θεωρίας και του σχεδιασμού, στην πράξη υπάρχουν μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν.
 
Σχετικά με τον κρατικό σοσιαλισμό εξαρτάται από το τι εννοούμε με αυτόν τον όρο. Αν πρόκειται για την τυραννία των μπολσεβίκων και των απογόνων τους τότε δεν χρειάζεται να το συζητήσω. Αν όμως μιλάμε για ένα περισσότερο διευρυμένο κοινωνικό δημοκρατικό κράτος, τότε ισχύουν όλα όσα είπαμε παραπάνω. Αν είναι κάτι άλλο τότε θα πρέπει να πούμε τι ακριβώς θα συμβαίνει; Ο έλεγχος θα βρίσκεται στα χέρια των εργαζομένων και των κοινοτήτων, ή σε κάποια Αρχή; Στη δεύτερη περίπτωση τότε και πάλι η ελευθερία είναι καλύτερη από την υποταγή.
 
Πολλοί άνθρωποι έμαθαν από εσάς και τον Edward Herman το μοντέλο προπαγάνδας. Μπορείτε να το περιγράψετε εν συντομία...;
 
Πρέπει να κοιτάξουμε αρχικά λίγο στο παρελθόν, να δούμε το ιστορικό πλαίσιο, στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, όπου σε αρκετές κοινωνίες είχε επιτευχθεί μια «συμφωνία ελευθερίας» μετά από διεκδικήσεις. Στην αιχμή αυτών των κοινωνιών βρίσκονταν οι ΗΠΑ και η Βρετανία. Με κανένα τρόπο δεν μπορείς να τις χαρακτηρίσεις ελεύθερες κοινωνίες, αλλά συγκριτικά με τις υπόλοιπες είχαν κάνει αρκετά βήματα. Στην πραγματικότητα τα συστήματα εξουσίας –κρατικά και ιδιωτικά - άρχισαν να καταλαβαίνουν πως τα πράγμα είχαν βρεθεί σε ένα σημείο που δεν μπορούσαν να ελέγξουν με τη βία τον λαό τόσο εύκολα όπως στο παρελθόν και έτσι έπρεπε να βρουν νέα μέσα ελέγχου. Ουσιαστικά με αυτά τα μέσα ήθελαν να ελέγξουν τις πεποιθήσεις και τις συμπεριφορές. Αυτό ήταν που γέννησε τον κλάδο των δημοσίων σχέσεων, που εκείνη την εποχή αυτοπροσδιορίζεται με ειλικρίνεια ως βιομηχανία προπαγάνδας.
 
Ο γκουρού της βιομηχανίας Δημοσίων Σχέσεων, Edward Bernays, παρεμπιπτόντως φιλελεύθερος των Wilson-Roosevelt-Kennedy, γράφει το πρώτο εγχειρίδιο στη δεκαετία του 1920 με τίτλο «Προπαγάνδα». Σε αυτό περιέγραφε τον στόχο αυτής της βιομηχανίας. Όπως ανέφερε στόχος είναι να διασφαλίσει πως «η έξυπνη μειοψηφία», φυσικά όποιος το γράφει αυτό θεωρεί τον εαυτό του μέρος αυτής της μειοψηφίας, θα κινεί τα πράγματα καθώς είναι η μόνη που μπορεί να το κάνει, ενώ υπάρχει εκεί έξω μια μεγάλη «άπλυτη μάζα» που αν αφεθεί ελεύθερη θα δημιουργήσει μόνο προβλήματα.
 
Έτσι όπως ο ίδιος ανέφερε θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας «μηχανισμός συγκατάθεσης» μέσω του οποίου οι «άπλυτες μάζες» θα συναινέσουν στους κανόνες και την κυριαρχία μας. Αυτός ακριβώς είναι ο στόχος της βιομηχανίας των Δημοσίων Σχέσεων και επιτυγχάνεται με διάφορους τρόπους. Πρώτος τρόπος και βασικός είναι η διαφήμιση. Στην πραγματικότητα ο Edward Bernays «φτιάχνει το όνομά του» εκείνη την περίοδο, τέλη του ’20, με μια διαφημιστική εκστρατεία για να πείσει τις γυναίκες να καπνίζουν τσιγάρα. Οι γυναίκες, μια τεράστια ομάδα του πληθυσμού, εκείνη την περίοδο δεν κάπνιζε τσιγάρα και οι καπνοβιομηχανίες κάτι έπρεπε να κάνουν για αυτό. Έτρεξε λοιπόν μια διαφημιστική εκστρατεία που παρουσίαζε το τσιγάρο ως στοιχείο των σύγχρονων και απελευθερωμένων γυναικών. Είχε μεγάλη επιτυχία.
 
Υπάρχει ένας συσχετισμός μεταξύ της εν λόγω εκστρατείας και του τι συμβαίνει σήμερα με τις πετρελαϊκές και την αλλαγή του κλίματος;
 
Αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα. Αυτές ήταν οι ρίζες μιας βιομηχανίας ελέγχου απόψεων και συμπεριφορών. Σήμερα η βιομηχανία πετρελαίου, αλλά στην πραγματικότητα και όλη η παγκόσμια επιχειρηματική δραστηριότητα, που ασχολείται με παρόμοιες εκστρατείες επιχειρεί να υπονομεύσει τις προσπάθειες αντιμετώπισης ενός προβλήματος πολύ μεγαλύτερου από τη μαζική δολοφονία που προκάλεσαν οι καπνοβιομηχανίες. Γιατί ήταν μαζική δολοφονία.
 
Είμαστε αντιμέτωποι με μία απειλή, μια σοβαρή απειλή, την καταστροφική αλλαγή του κλίματος. Και σίγουρα δεν είναι αστείο. Η βιομηχανία πετρελαίου προσπαθεί να εμποδίσει τα μέτρα ώστε να εξασφαλίσει το δικό της βραχυπρόθεσμο κέρδος. Αυτό βέβαια δεν το κάνει μόνο η βιομηχανία πετρελαίου αλλά και το ηγετικό επιχειρηματικό λόμπι American Chamber of Commerce και άλλοι που έχουν δηλώσει ανοιχτά, χωρίς να το αποκαλούν προπαγάνδα, πως διεξάγουν μια εκστρατεία για να πείσουν τους πολίτες ότι δεν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος, δεν χρειάζεται να πάρουμε μέτρα και δεν πρέπει να ανησυχούν για το γεγονός πως το ανθρώπινο είδος βαδίζει σε ένα δρόμο που θα μπορούσε να οδηγήσει στον αφανισμό του ή τουλάχιστον στη διάλυση της δυνατότητας μιας αξιοπρεπούς ζωής για ένα τεράστιο αριθμό ανθρώπων.
 
Στην οικονομία μαθαίνουμε πως οι καταναλωτές είναι ενημερωμένοι και κάνουν ορθολογικές επιλογές. Δείτε μια διαφήμιση της τηλεόρασης και αναρωτηθείτε... Ποιος είναι ο σκοπός της; Είναι να ενημερώσει τον καταναλωτή για να κάνει μια ορθολογική επιλογή; Όχι. Σκοπός της είναι να δημιουργήσει μη ενημερωμένους καταναλωτές που θα κάνουν παράλογες επιλογές. Και είναι οι ίδιες διαφημιστικές εταιρείες που σχεδιάζουν και τις πολιτικές εκστρατείες. Η ιδέα είναι λίγο-πολύ η ίδια: Υπονόμευση της δημοκρατίας μέσω της προσπάθειας να δημιουργηθούν ανενημέρωτοι άνθρωποι που θα κάνουν παράλογες επιλογές. Και αυτό είναι μόνο μια πτυχή της βιομηχανίας PR. Αυτό που συζητούσαμε με τον Herman είναι μια άλλη πτυχή του συστήματος προπαγάνδας που αναπτύχθηκε περίπου εκείνη την περίοδο και αυτό είναι η «κατασκευή της συναίνεσης», όπως ονομάστηκε. Η συναίνεση στις αποφάσεις των πολιτικών και των επιχειρηματιών σε μια προσπάθεια να διασφαλιστεί πως οι άνθρωποι δεν θα μπουν στη διαδικασία να κατανοήσουν τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις, οι οποίες ωστόσο προκαλούν προβλήματα στους ίδιους και σε πολλά άλλα ζητήματα. Αυτό είναι η «Προπαγάνδα». Για αυτό μιλούσαμε για Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Οι άνθρωποι πλέον σε μεγάλο βαθμό δεν αισθάνονται αυτή την προπαγάνδα, αλλά έχουν κατηχηθεί βαθιά στις αρχές του συστήματος που αδυνατούν να αντιληφθούν πολλά πράγματα που συμβαίνουν ακόμα και στην επιφάνεια και που αν κατανοηθούν μπορεί να ανατραπεί η εξουσία. 





Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

Κείμενο των Μαζιώτη-Ρούπα με αφορμή την επέτειο της δολοφονίας Φούντα

Με αφορμή τα τέσσερα χρόνια απ την δολοφονία του μέλους του Επαναστατικού Αγώνα, Λάμπρου Φούντα, οι Μαζιώτης και Ρούπα, επανεμφανίζονται με κείμενο που έστειλαν στο indymedia 

«10 Μάρτη 2010. Ο Λάμπρος Φούντας, μέλος του Επαναστατικού Αγώνα πέφτει νεκρός από σφαίρες μπάτσου στην Δάφνη κατά τη διάρκεια προπαρασκευαστικής ενέργειας της οργάνωσης. Τέσσερα χρόνια μετά η πολιτική πρόταση της δράσης του Λάμπρου Φούντα και του Επαναστατικού Αγώνα όπου δρούσε, είναι ακόμα πιο επίκαιρες, η επιλογή αγώνα και η στρατηγική της δράσης ακόμα πιο επιτακτικές. Τέσσερα χρόνια μετά και οι όροι ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων γίνονται όλο και πιο άθλιοι στο όνομα της διάσωσης του οικονομικού και πολιτικού συστήματος το οποίο βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στην κρίση.
Πριν τέσσερα χρόνια ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας έδωσε τη ζωή του σε μια πολιτική προσπάθεια να μην γίνει η εξαθλίωση όρος ζωής, να μην θυσιάζονται άνθρωποι για την σωτηρία του συστήματος. Έδωσε τη ζωή του σε μια πολιτική προσπάθεια που τελική επιδίωξή της ήταν να πεταχτεί το πτώμα του καπιταλισμού και μαζί του το κράτος στα σκουπίδια της ιστορίας. Έδωσε τη ζωή του για να ανοίξει ο μόνος δρόμος για το οριστικό ξεπέρασμα των κρίσεων, να ανοίξει ο δρόμος για την κοινωνική απελευθέρωση, για την κοινωνική Επανάσταση. Αυτό είναι το ζητούμενο για το οποίο αξίζει κανείς να αγωνίζεται, ακόμα και να πεθαίνει.
Ο Λάμπρος Φούντας ζει και θα ζει πάντα για όσους η Επανάσταση παραμένει μια ζωντανή προοπτική. Ζει και θα ζει πάντα ως η επαναστατική αυτή μορφή που ενσαρκώνει τα όνειρα των επαναστατών σήμερα σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Ζει και θα ζει ως σύμβολο και φάρος της Επανάστασης.
Ανέκαθεν η εξουσία επένδυε στην καλλιέργεια και την εκμετάλλευση των κατώτερων ενστίκτων στους υπηκόους της για να εξοντώνει τους επαναστάτες και τους πολιτικούς αντιπάλους της. Το ελληνικό κράτος έχει πλούσια παράδοση όσον αφορά αυτό. Οι επικηρύξεις και οι αμοιβές για την εξόντωση των αγωνιστών του ΕΛΑΣ και των ανταρτών του Δημοκρατικού Στρατού ήταν πάγιο φαινόμενο. Ο εμφύλιος πόλεμος στη μάχη της προπαγάνδας του καθεστώτος τότε εναντίον των πολιτικών του εχθρών χαρακτηριζόταν ως «συμμοριτοπόλεμος» και οι αγωνιστές καταδιώκονταν ως «κοινοί ληστές». Και οι αμοιβές για κάθε κομμένο κεφάλι αντάρτη που έφερναν οι Μάϋδες και οι κάθε είδους εθνικόφρονες βρισκόταν εκείνη την περίοδο στην ημερήσια διάταξη.
Παρά τις διαφορετικές συνθήκες της σημερινής εποχής, ο τρόμος της σημερινής εξουσίας που γδέρνει τον ελληνικό λαό για να ταΐσει τα κοράκια της υπερεθνικής ελίτ μπροστά στην προοπτική ξεκινήματος ενός νέου αντάρτικου που θα τινάξει στον αέρα τα σχέδιά τους, τους κάνει να καταφεύγουν στην ελεεινή και χυδαία μέθοδο της επικήρυξης και του κυνηγιού κεφαλών, επιδιώκοντας να ερεθίσουν τα πιο ποταπά ένστικτα των πάσης φύσεως καλοθελητών της εξουσίας.
Είναι κατανοητό ότι οι κατασταλτικοί μηχανισμοί προχωρούν σε τέτοιου είδους κινήσεις καθοριζόμενοι από την ιστορικότητα και την πολιτική πορεία των προσώπων και στην περίπτωσή μας είναι ιδιαιτέρως καθοριστικός παράγοντας η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για την συμμετοχή μας στον Επαναστατικό Αγώνα. Το ειδικό πολιτικό βάρος της  δράσης, του λόγου του Επαναστατικού Αγώνα, της ανάληψης πολιτικής ευθύνης από εμάς, η πολιτική μας στάση μετά τις συλλήψεις και η στάση μας μέσα στο δικαστήριο όπου υπερασπιστήκαμε το σύνολο των ενεργειών της οργάνωσής μας, καθώς και η πάγια θέση μας ότι ο ένοπλος αγώνας είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την προώθηση της κοινωνικής Επανάστασης ιδιαίτερα μέσα στις συνθήκες που ζούμε σήμερα, είναι παράγοντες που βαρύνουν συνολικά την αγωνία των κρατικών μηχανισμών να βρουν τρόπο να μας συλλάβουν.
Από μόνη της η επικήρυξη και χωρίς κανείς να πει τίποτε περισσότερο, αποκαλύπτει την επίκαιρη διάσταση της ένοπλης δράσης στην σημερινή εποχή που το καπιταλιστικό σύστημα έχει εισέλθει στην πιο βαθιά και μακροχρόνια κρίση της ιστορίας του, έχει απαξιωθεί στις συνειδήσεις των ανθρώπων και η ευαίσθητη πολιτική σταθερότητα δεν στηρίζεται πλέον στη συναίνεση, αλλά στον εκβιασμό, το φόβο και την ωμή βία. Η ένοπλη δράση γνωρίζουν οι εξουσιαστές ότι έχει τη δύναμη να κλονίσει καθοριστικά τις ευαίσθητες πολιτικές ισορροπίες ωθώντας το καθεστώς πιο βαθιά στην αποσταθεροποίηση.
Η επικήρυξή μας με δυο εκατομμύρια ευρώ εκτός όλων των άλλων, είναι αναμφιβόλως ένα ποσό υπέρογκο για τα οικονομικά δεδομένα της εποχής και της δραματικής κατάστασης των κρατικών ταμείων, που έκανε να ζαλιστούν ακόμα και σκληροί φιλοκαθεστωτικοί μεγαλοδημοσιογράφοι που ρωτούσαν δημοσίως «από πού θα βρεθούν αυτά τα λεφτά». Το γεγονός ότι οι κυβερνώντες κάνουν συνεχείς περικοπές σε έξοδα που αφορούν την ίδια την επιβίωση εκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά προκλητικά δηλώνουν πως δυο εκατομμύρια τα δίνουν για ρουφιάνους και κεφαλοκυνηγούς που θα τους βοηθήσουν να μας συλλάβουν, καθιστά αυτήν την επικήρυξη σε οικονομικό αλλά και ηθικό επίπεδο ακόμα περισσότερο σκανδαλώδη.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το κράτος μας επικηρύσσει. Το 2007 μετά την επίθεση στην αμερικάνικη πρεσβεία, το ελληνικό κράτος μας είχε επικηρύξει ως Επαναστατικό Αγώνα και όχι ως άτομα φυσικά, αφού δεν είχαμε συλληφθεί, με οκτακόσιες χιλιάδες ευρώ, ενώ το αμερικάνικο με ένα εκατομμύριο δολάρια. Την περίοδο εκείνη τα κρατικά ταμεία δεν ήταν άδεια και παρόλα αυτά το ποσό της επικήρυξης για πληροφορία που θα βοηθούσε στην εξάρθρωση του Επαναστατικού Αγώνα ήταν μικρότερο από αυτό που σήμερα -εν μέσω κλιμάκωσης της κρίσης και πλήρους στεγνώματος των κρατικών ταμείων- μας επικηρύσσουν ως πρόσωπα.
Αυτό δεν είναι παράδοξο αφού αναδεικνύει την αυξανόμενη βαρύτητα της ένοπλης δράσης ή ακόμα και της απειλής αυτής στην τρέχουσα ρευστή περίοδο. Και μάλλον οι επικηρύξεις έρχονται σε μια είδους αναλογία με αυτή την βαρύτητα και με την καθοριστική της δύναμη να κατευθύνει τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις.
Όμως η μέθοδος της επικήρυξης αναδεικνύει ακόμα ένα πράγμα. Ότι δεν υπάρχει κοινωνική συναίνεση στον πόλεμο κατά της «τρομοκρατίας» παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις τους, συνθήκη άμεσα συνδεμένη με την ευρύτερη κοινωνική και πολιτική περίοδο όπου η συναίνεση στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα παύει να υφίσταται σε πλειοψηφικά πλέον τμήματα της κοινωνίας λόγω της κρίσης και των πολιτικών διαχείρισής της από την πολιτική και οικονομική εξουσία. Πόσοι θεωρούν σήμερα ότι η κοινωνική απειλή προέρχεται από την ένοπλη επαναστατική δράση; Πόσοι είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η κοινωνική απειλή είναι ο Μαζιώτης και η Ρούπα;
Η πλειοψηφία των ανθρώπων σήμερα έχουν ζήσει στο πετσί τους τι εστί τρομοκρατία του κεφαλαίου και του κράτους και αυτή θεωρούν ως τη μεγαλύτερη απειλή, αυτή είναι γι’ αυτούς ο πραγματικός φόβος. Το έλλειμμα αυτό της συναίνεσης στο σύστημα το γνωρίζουν οι κυρίαρχοι γι’ αυτό και δεν πιστεύουν ότι μπορούν να βασιστούν στην «κοινωνική υπευθυνότητα» των ρουφιάνων, στην πίστη τους προς το καθεστώς, στην αφοσίωσή τους προς τους οικονομικούς και πολιτικούς άρχοντες και πως ανιδιοτελώς και χωρίς υλικό αντάλλαγμα θα μπορέσουν να βρουν βοήθεια από τα κάτω για τις συλλήψεις μας.
Γι’ αυτό και καταφεύγουν στο δέλεαρ της κατάδοσης επί αμοιβή, ελπίζοντας πως σε εποχές ακραίας υλικής εξαθλίωσης και  φτώχειας λόγω της κρίσης, θα υπάρξουν ίσως κάποιοι που θα πέσουν στο κατώτερο σκαλί της ηθικής αθλιότητας. Γι’ αυτούς τους λόγους και ακούστηκαν εντελώς υποκριτικά και φαιδρά ταυτόχρονα τα όσα δήλωσε ο υπουργός Δημόσιας Τάξης και αρχικεφαλοκυνηγός , Δένδιας, στη μάταιη προσπάθειά του να παρουσιάσει την ένοπλη δράση ως απειλή για τους ίδιους τους εργαζόμενους της χώρας!
Η αγωνία της πολιτικής εξουσίας για την ανάπτυξη της ένοπλης δράσης στην ιστορική περίοδο που ζούμε αντικατοπτρίζει και το πακέτο μέτρων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για τους φυλακισμένους ένοπλους αγωνιστές, αλλά και για την αναδιάρθρωση της λειτουργίας της ελληνικής αστυνομίας. Οι νέες ειδικές φυλακές υψίστης ασφαλείας με κυρίαρχο ζητούμενο την απομόνωση των ένοπλων πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος και την απομάκρυνσή τους από τους υπόλοιπους κρατούμενους, έρχονται ως η «φυσική» συνέχεια των «αντιτρομοκρατικών» νόμων που ψηφίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια.
Όμως η περίοδος που δημιουργείται μια τέτοια φυλακή δείχνει ακριβώς το φόβο των κυρίαρχων μπροστά στο πολιτικό φαινόμενο της ένοπλης δράσης. Για τον ίδιο λόγο σκληραίνουν και το νομικό πλαίσιο αντιμετώπισης των ένοπλων αγωνιστών ανατρέποντας κανονισμούς και ρυθμίσεις για τον χρόνο φυλάκισης, καταργώντας τις άδειες και τις υπό όρους αποφυλακίσεις τους.
Πιστεύουμε όμως πως με αυτά τα μέτρα το καθεστώς απευθύνεται σε πολλούς περισσότερους και επιδιώκει να προσβάλει τη βούληση νέων αγωνιστών που βλέπουν ως επιτακτική πολιτική ανάγκη σήμερα την ένοπλη επαναστατική δράση.  Και δεν είναι τυχαίο ότι σε κάθε ευκαιρία και με αφορμή τις επικηρύξεις και τις ανακοινώσεις για τα νέα μέτρα στις φυλακίσεις ένοπλων αγωνιστών, ο Δένδιας αναφέρεται στις «κάποιες χιλιάδες που φλερτάρουν με την τρομοκρατία» και τελευταία πραγματοποιεί εκτεταμένες επιχειρήσεις σε σπίτια αναρχικών με εμφανές ζητούμενο την τρομοκράτηση.
Όσον αφορά στην αναδιάρθρωση της αστυνομικής λειτουργίας και αυτή συνιστά ένα λογικό επακόλουθο των κρατικών προσπαθειών για μια αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της ένοπλης δράσης και, κυρίως, για την πρόληψη ένοπλων ενεργειών.  Γι’ αυτό και αυτό το ζητούμενο γίνεται πλέον κεντρική στρατηγική της αστυνομίας.
Στις όποιες προσπάθειές τους να απομονώσουν και να καταστείλουν την ένοπλη δράση, στις όποιες προσπάθειές τους να τρομοκρατήσουν ας μην ελπίζουν όμως και πολλά, καθώς οι κοινωνικές εξελίξεις και οι συνθήκες έτσι όπως τις διαμορφώνει το ίδιο το σύστημα, αργά ή γρήγορα θα συμβάλλουν στην δημιουργία ενός διευρυμένου ένοπλου επαναστατικού μετώπου για την απελευθέρωση της κοινωνίας από την σκλαβιά του καπιταλισμού και του κράτους. Θα συμβάλουν ώστε να γίνει πραγματικότητα ο εφιάλτης τους.
Η κοινή συνισταμένη όλων αυτών των ενεργειών από το καθεστώς είναι η δημιουργία ενός νομοθετικού, αστυνομικού, αλλά και πολιτικού κλοιού στους ένοπλους αγωνιστές και κυρίως σε αυτούς που ζουν στην «παρανομία».
Σε αυτή την συνισταμένη συμπεριλαμβάνεται και η μακρά τακτική προσπάθεια δημιουργίας ενός καθεστώτος  «αυξανόμενης πίεσης» με κάθε διαθέσιμο μέσο, ελπίζοντας ότι θα δημιουργήσει ένα καθεστώς κοινωνικά πιο ευνοϊκό για τις συλλήψεις μας όπως είναι η συνεχής προπαγάνδα που διοχετεύει στα ΜΜΕ, μέσα από την οποία παρουσιαζόμαστε να εμπλεκόμαστε σε μια μακρά σειρά γεγονότων, ενεργειών και πολιτικών δράσεων που δεν έχουμε συμμετάσχει και δεν εμπλεκόμαστε με κανένα τρόπο.
Θα ήταν έλλογη και δικαιολογημένη από τη μεριά των κρατικών παραγόντων αυτή η τακτική, αφού κατανοούμε πως η πρεμούρα τους να μας συλλάβουν είναι μεγάλη. Πλέον όμως έχει φύγει από το επίπεδο μιας ψύχραιμης και μελετημένης κίνησης και θα μπορούσαμε να πούμε πως έχει αγγίξει τα όρια της εμμονής και της παράνοιας, αφού πίσω από οποιαδήποτε ένοπλη ενέργεια που συμβαίνει ανά την επικράτεια, πίσω από κάθε συμβάν που ακόμα και ως εικασία μπορεί να έχει πολιτικές διαστάσεις ή προεκτάσεις -π.χ. η υπόθεση με τα όπλα στο αυτοκίνητο στο Φάληρο-, «βλέπουν» είτε άμεσα είτε έμμεσα ότι έχουμε κάποια σχέση, έχει σχέση η «ομάδα Μαζιώτη» κλπ. Και σε αυτή την διαδικασία φυσικά, μπαίνουν και τα περισσότερα ΜΜΕ ως φερέφωνα του υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Δεν θα αναφερθούμε φυσικά σε όλη τη σαβούρα των δημοσιογραφικών «πληροφοριών», στις οποίες συμπεριλαμβάνονται μέχρι και σενάρια για τους πιθανούς «συγκατοίκους» μας στην παρανομία.
Όσον αφορά το τελευταίο τη μόνη πληροφορία που έχουμε να δημοσιοποιήσουμε είναι ότι έχουμε μερικά σοβαρά κριτήρια για τις πολιτικές μας σχέσεις που είναι πολιτικά, αλλά κυρίως αξιακά και στα οποία συμπεριλαμβάνεται η στάση των αγωνιστών κατά την κρίσιμη, αλλά και αποκαλυπτική συγχρόνως στιγμή της σύλληψης. Στο ζήτημα όμως που θέλουμε να μείνουμε είναι για την αυθαίρετη εμπλοκή των ονομάτων μας στην οργάνωση ΟΛΑ. Καταλαβαίνουμε πως για τους «ιθύνοντες» των κατασταλτικών και διωκτικών μηχανισμών η φιλοσοφία της δράσης και η θεωρητική προσέγγιση και ανάλυση μιας οργάνωσης να αποτελούν δύσκολα ζητήματα για να τα αναλύσουν, γι’ αυτό και η αιτιολόγηση της «βεβαιότητάς» τους για τον δήθεν πρωταγωνιστικό μας ρόλο στην οργάνωση αυτή τόσο σε επιχειρησιακό επίπεδο όσο και στα κείμενά της, να βασίζεται σε χοντροκομμένες και παντελώς εσφαλμένες προσεγγίσεις.
Γι’ αυτό και για το «ασφαλές αυτό συμπέρασμα» δηλώνουν κατ’ αρχήν πως το στηρίζουν στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη οργάνωση χρησιμοποιεί RPG. Όμως ο Επαναστατικός Αγώνας είχε διαφορετικά πολιτικά κριτήρια στον τρόπο δράσης, στον τρόπο και στον τόπο που θα πληττόταν κάθε φορά ο πολιτικά επιλεγμένος στόχος, γεγονός που καθόριζε την επιλογή των μέσων και την επιχειρησιακή μεθοδολογία αποφεύγοντας επιχειρησιακές ακροβασίες. Το δεύτερο είναι οι προκηρύξεις. Δεν περιμέναμε βέβαια, από τους αναλυτές της αντιτρομοκρατικής να μπορούν να διακρίνουν λεπτές ή ακόμα και μεγάλες πολιτικές διαφορές στον λόγο των ένοπλων οργανώσεων -όπως διαφορές ανάμεσα σε μια λενινιστική και μια αναρχική προκήρυξη- και γνωρίζουμε εδώ και χρόνια πως οι αναλύσεις και οι ερμηνείες τους μένουν σε χοντροκομμένες και επιφανειακές αναγνώσεις των προκηρύξεων.
Για παράδειγμα, στην συγκεκριμένη περίπτωση είμαστε βέβαιοι πως μια ανάλυση από κάποια οργάνωση πάνω στην οικονομική κρίση, όποια πολιτική προέλευση ή κατεύθυνση κι αν έχει θα πίστευαν ότι έχει γίνει από εμάς. Κι αυτό γιατί ο Επαναστατικός Αγώνας είχε επανειλημμένα αναφερθεί με αναλύσεις στην τρέχουσα κρίση του συστήματος πολύ πριν αυτή εκδηλώσει τη δυναμική της και το κυριότερο, της είχε δώσει στρατηγικό ρόλο στη διαμόρφωση της συνολικής πολιτικής κατεύθυνσης της οργάνωσης. Γι’ αυτό το κορυφαίο ζήτημα συνεχίσαμε και μετά τις συλλήψεις μας να γράφουμε και να μιλάμε ως μέλη του Επαναστατικού Αγώνα.
Ελπίζουμε πως δεν θα χρειαστεί να επανέλθουμε σε τέτοιου είδους ζητήματα. Πάντως, για κάθε πιθανή μελλοντική αναφορά των ονομάτων μας σε γεγονότα και σχήματα άσχετα με εμάς, αυτό που θέλουμε ρητώς και κατηγορηματικώς να ξεκαθαρίσουμε είναι πως η ίδια η ιστορία μας είναι τελικά αυτή που ανατρέπει τους όποιους ανυπόστατους ισχυρισμούς του κρατικού μηχανισμού για εμάς και τις πολιτικές επιλογές μας. Γιατί η ιστορία μας είναι το όνομά μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι.
ΤΙΜΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΛΑΜΠΡΟ ΦΟΥΝΤΑ».