-αν- Αρχική Σελίδα

Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Σικάγο 1886 – Πώς “γεννήθηκε” η εργατική Πρωτομαγιά


Σικάγο 1886 – Πώς “γεννήθηκε” η εργατική Πρωτομαγιά

fiveanarchists
Οι “μάρτυρες του Σικάγου”: οι Parsons, Engel, Spies και Fischer απαγχονίστηκαν, οLingg (στο κέντρο) αυτοκτόνησε στη φυλακή





cf83ceb7cebcceb1ceb9ceb1Το κείμενο του Σ. Γιελέν «Η ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΡΑΣΗ, Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑΣ», αποτελεί έως σήμερα μία πολύτιμη πηγή ενημέρωσης για τις συνθήκες υπό τις οποίες γεννήθηκε η «εργατική πρωτομαγιά». Αναδημοσιεύθηκε και ανατυπώθηκε σε εκατοντάδες έντυπα και γλώσσες στον πλανήτη τις τελευταίες δεκαετίες. Το κάνουμε κι εμείς, σήμερα, που το νόημα της εξέγερσης του Σικάγου, έχει διαστρεβλωθεί, παραχαραχτεί και προσαρμοστεί στα μέτρα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και της εξυπηρέτησης μικροπολιτικών συμφερόντων με στόχο την περίφημη «εργασιακή ειρήνη» και τη σιγή… νεκροταφείου.

Σ. Γιελέν – «1886: Η ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠO ΤΗ ΔΡΑΣΗ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑΣ»
Όπως ο πανικός του 1873 σφράγισε τη γέννηση του συνειδητού εργατικού κινήματος σε εθνική κλίμακα, έτσι σφράγισε και τη γέννηση μιας πρακτικής και ρεαλιστικής αντίληψης για το σοσιαλισμό -αντίληψης που επρόκειτο να αντικαταστήσει τους απόμακρους ουτοπικούς πόθους των πρώτων σοσιαλιστών που περιορίζονταν σε “υψηλές” διανοουμενίστικες συζητήσεις και ρομαντικά δοκίμια. Από κείνη την εποχή οι σοσιαλιστές, αντί να τρέφουν ιδεαλιστικές ελπίδες για το αύριο, άρχισαν να δρουν για το σήμερα, οργανώνοντας διαδηλώσεις πεινασμένων, διαδηλώσεις ανέργων, απεργίες, μαζικές συγκεντρώσεις και πολιτικές καμπάνιες. Αρχικά λειτούργησαν μέσα από το Εργατικό Κόμμα των Η.Π.Α. που είχε ιδρυθεί το 1876 και που έπαιξε σημαντικό ρόλο στις απεργίες των σιδηροδρομικών το 1877, ιδιαίτερα στο Σικάγο και το Σαιν Λούις. Μετά την αποτυχία αυτών των απεργιών το Εργατικό Κόμμα αναδιοργανώθηκε και μετονομάστηκε σε Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα που είχε σαν πρωταρχική του λειτουργία την πολιτική δράση, άσχετο αν διατήρησε φιλικές σχέσεις με τα συνδικάτα. Όταν έγινε αυτή η αλλαγή, η Εθνική Εκτελεστική Επιτροπή του Σ.Ε.Κ. διέταξε να σταματήσουν οι μαζικές συγκεντρώσεις για να παρουσιάσει στα νομοθετικά σώματα προτάσεις σχετικές με την καθιέρωση του οκτάωρου, αποφάσεις για την κατάργηση όλων των απαγορευτικών νομοσχεδίων και για την αγορά από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση σιδηροδρομικών και τηλεγραφικών γραμμών.
Παρόλα αυτά, το σοσιαλιστικό κίνημα στην Αμερική αντικατόπτριζε το σχίσμα της Πρώτης Διεθνούς -οι φράξιες που δημιουργήθηκαν διαχωρίστηκαν με αφορμή θέματα τακτικής και μεθοδολογίας. Οι Διεθνιστές υποστήριζαν τον μυστικό εξοπλισμό και την άμεση προετοιμασία για την κοινωνική επανάσταση, ενώ ο συνδικαλισμός και η πολιτική θα χρησίμευαν σαν επικουρικές δραστηριότητες που έπρεπε να βρίσκονται κάτω από αυστηρή επιτήρηση από φόβο μήπως οδηγήσουν στο προδοτικό ρεύμα του οπορτουνισμού. Οι Λασσαλικοί, από την άλλη μεριά, ζητούσαν τη σταδιακή δημιουργία μιας νέας κοινωνίας μέσω της εκπαίδευσης, της πολιτικής οργάνωσης και της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Οι Λασσαλικοί ελέγχανε για μερικά χρόνια την πολιτική του κόμματος και τόλμησαν ακόμα και στο Σικάγο, το παραδοσιακό οχυρό του συνδικαλισμού και των επαναστατικών στοιχείων, να ταχτούν υπέρ της συμμετοχής στις εκλογές. Γρήγορα λοιπόν ξέσπασε μια διαμάχη όσον αφορά τις αγωνιστικές εργατικές οργανώσεις. Η μεγαλύτερη από αυτές, η Lehr und Wehr Verein, είχε δημιουργηθεί από γερμανούς σοσιαλιστές του Σικάγου το 1875, με στόχο να προστατευθούν ενάντια στους τραμπουκισμούς των παλαιότερων κοινοβουλευτικών κομμάτων. Η ανάγκη για την ύπαρξη αυτής της προστασίας αποδείχτηκε αργότερα κατά τη διάρκεια της απεργίας των επιπλοποιών τον Ιούλιο του 1877, όταν η αστυνομία επιτέθηκε με εξωφρενική κτηνωδία ενάντια σε ειρηνικές συγκεντρώσεις. Η Εθνική Εκτελεστική Επιτροπή του Σ.Ε.Κ., με το να απαρνηθεί όλες τις αγωνιστικές οργανώσεις, συγκρούστηκε ακόμα περισσότερο με τα επαναστατικά στοιχεία του Σικάγου. Η εχθρότητα αυτή έγινε εντονότερη το 1880 μετά την παταγώδη αποτυχία των σοσιαλιστών στις εκλογές. Επιπλέον, ο μοναδικός σοσιαλιστής δημοτικός σύμβουλος που εκλέχτηκε ξανά στο Σικάγο δεν κατάφερε να αναλάβει τα καθήκοντά του λόγω της παρασκηνιακής χειραγώγησης από μέρος του Δημοκρατικού δημοτικού συμβουλίου, οπότε οι επαναστάτες τόνισαν το πόσο μάταιο ήταν να κατακτηθεί η νέα κοινωνία μέσα από τις κάλπες. Οι τάξεις των επαναστατών πλήθυναν χάρη στην προσχώρηση πάρα πολλών γερμανών εργατών που διαφωνούσαν με το αντισοσιαλιστικό διάταγμα του 1878, γεγονός που κατέληξε σε μια συνδιάσκεψή τους που έγινε στο Σικάγο τον Οκτώβριο του 1881.

strikeΠριν από την άφιξη του Γιόχαν Μοστ στην Αμερική, δεν ήταν τόσο ισχυρό το κίνημα των επαναστατικών ομάδων. Η εμφάνιση του Μοστ -υποστηρικτή των απόψεων του Μπακούνιν και του Νετσάγιεφ, και ιδρυτή της Διεθνούς Οργάνωσης Εργαζομένων, γνωστής ως “Μαύρης Διεθνούς”- παραγκώνισε τους κοινοβουλευτικούς σοσιαλιστές. Στα θεωρητικά θέματα ο Μοστ δεν ήταν καθαρός αναρχικός, παρόλα αυτά, στην πράξη υποστήριξε την αναρχική τακτική της τεροριστικής δράσης ενάντια στην Εκκλησία και το Κράτος, δράση που πραγματοποιείται από το άτομο με δική του πρωτοβουλία, ώστε να μην διακινδυνεύσει ολόκληρο το κίνημα αν συλληφθεί ο δράστης της μεμονωμένης πράξης. Πίστευε ότι μόνο τα όπλα μπορούσαν να εξασφαλίσουν στους εργάτες κάποια ισότητα απέναντι στην αστυνομία και το στρατό. Πρότεινε τη δημιουργία σώματος οπλοφόρων και την εξολόθρευση της “άθλιας φάρας”, της “φάρας των ερπετών”, της “ράτσας των παράσιτων”. Σε μια μπροσούρα του με τίτλο “Το Κτήνος της Ιδιοκτησίας” διακήρυξε ότι δεν θα έπρεπε να γίνει κανένας συμβιβασμός με την τωρινή κοινωνία, αλλά θα έπρεπε να εξαπολυθεί ανελέητος πόλεμος, μέχρι που να “καταδιωχθεί, ως το τελευταίο του κρησφύγετο και να καταστραφεί ολοκληρωτικά” το κτήνος της ιδιοκτησίας.
Παρακινημένοι από την αγκιτάτσια του Μοστ, οι εκπρόσωποι των επαναστατικών αντικοινοβουλευτικών ομάδων από 26 πόλεις συγκεντρώθηκαν στο Πίτσμπουργκ στις 14 Οκτωβρίου 1883 για να αναδιοργανώσουν τη Διεθνή Ένωση Εργατών. Και σ΄ αυτή την περίπτωση, υπάρχουν πάλι δύο ξεχωριστά στοιχεία συνενωμένα μόνο από την αντίθεσή τους ως προς την πολιτική δράση. Οι αντιπρόσωποι από τη Νέα Υόρκη και τις ανατολικές Πολιτείες με πρώτο και καλύτερο το Γιόχαν Μοστ, υποστήριξαν την ατομικιστική αναρχική τακτική, ενώ οι αντιπρόσωποι από το Σικάγο και απ’ τις δυτικές Πολιτείες, καθοδηγούμενοι από τους Άλμπερτ Πάρσονς και Ώγκαστ Σπάιζ, υποστήριξαν κάποιο μείγμα αναρχισμού και συνδικαλισμού που τελικά έμεινε γνωστό σαν “Ιδέα του Σικάγου”. Η παραλλαγή αυτή πλησίαζε περισσότερο τον συνδικαλισμό παρά τον αναρχισμό, στο βαθμό που αναγνώριζε το συνδικάτο σαν “εμβρυακή ομάδα” της μελλοντικής κοινωνίας και σαν μονάδα μάχης ενάντια στον καπιταλισμό. Παρόλα αυτά, τα συνδικάτα δεν επρόκειτο να αγωνιστούν για τα επιφανειακά και οπορτουνιστικά προνόμια των μεγάλων μισθών και του μικρού ωραρίου, δεν θα έμεναν ικανοποιημένα παρά μόνο με τον πλήρη αφανισμό του καπιταλισμού και τη δημιουργία της ελεύθερης κοινωνίας. Ο συνδικαλισμός, στον αγώνα του ενάντια στον καπιταλισμό, δεν θα κατέφευγε στην πολιτική δράση αλλά αντίθετα θα δυσπιστούσε απέναντι σε κάθε κεντρική εξουσία και θα διαφύλαττε κάθε προσπάθεια ενάντια στην προδοτική ηγεσία. Θα συγκέντρωνε την προσοχή του στην απευθείας δράση των μελών της βάσης. Δύο μονάχα βασικές αρχές απόμεναν για να εναρμονιστεί απόλυτα η “Ιδέα του Σικάγου” με το σύγχρονο συνδικαλισμό: η Γενική Απεργία και το Σαμποτάζ, απόψεις που εκείνη την εποχή δεν αναπτύχθηκαν θεωρητικά.
Μια και η φράξια των δυτικών Πολιτειών ήταν μεγαλύτερη απ’ όλες τις άλλες, το συνέδριο επικύρωσε τη σπουδαιότητα του συνδικαλισμού. Και η απευθείας δράση -η βία- ήταν η τακτική που θα εφαρμοζόταν.
anti-capitalism_colorΗ πλατφόρμα της Διεθνούς που δημοσιεύτηκε στο “Συναγερμό” -εφημερίδα του Σικάγου με εκδότη τον Πάρσονς- έλεγε, ανάμεσα σ’ άλλα τα εξής:
“Η σημερινή κοινωνική τάξη πραγμάτων βασίζεται στη ληστεία των μη-ιδιοκτητών από μέρους των ιδιοκτητών, οι καπιταλιστές εξαγοράζουν το μόχθο των φτωχών προσφέροντας μισθούς που αρκούν μονάχα για την επιβίωση, απορροφώντας ολόκληρη την υπεραξία… Μ’ αυτό τον τρόπο, ενώ οι φτωχοί στερούνται ολοένα και περισσότερο τις δυνατότητες εξέλιξης, οι πλούσιοι θησαυρίζουν ληστεύοντας ολοένα και περισσότερο… Το σύστημα αυτό είναι άδικο, παράλογο και καταστροφικό. Άρα εκείνοι που υποφέρουν κάτω απ’ αυτό το σύστημα και δεν θέλουν να είναι υπεύθυνοι για τη συνέχισή του πρέπει να πολεμήσουν για την καταστροφή του με όλα τα μέσα και με όλες τους τις δυνάμεις. Οι εργάτες δεν μπορούν να ζητήσουν βοήθεια από καμιά εξωτερική πηγή στον αγώνα τους ενάντια στο τωρινό σύστημα· πρέπει να πετύχουν την απελευθέρωσή τους με τις δικές τους μόνο προσπάθειες. Μέχρι τώρα, καμιά προνομιούχα τάξη δεν παραιτήθηκε από την τυραννία, και οι σημερινοί καπιταλιστές δεν παραιτήθηκαν ποτέ από τα προνόμιά τους κι από την εξουσία τους χωρίς να εφαρμόσουν κατασταλτικά μέτρα… Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι ο αγώνας του προλεταριάτου ενάντια στη μπουρζουαζία πρέπει να έχει βίαιο χαρακτήρα, ότι οι διαμάχες που αφορούν τις διάφορες μισθολογικές αυξήσεις δεν μπορούν να οδηγήσουν στον τελικό στόχο… Σ’ αυτές τις συνθήκες, υπάρχει μονάχα μια λύση -η βία… Η αγκιτάτσια για οργάνωση, για οργανώσεις με σκοπό την εξέγερση, στην περίπτωση βέβαια που οι εργάτες θα πετάξουν τις αλυσίδες τους”.
Πρόκειται για πρόγραμμα που διακήρυττε χωρίς προσχήματα την καταστροφή της υπάρχουσας οικονομικής και πολιτικής τάξης πραγμάτων, ένα πρόγραμμα που δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο.
Στο Σικάγο, χάρη στη μεγάλη ιστορία των βιαιοπραγιών της αστυνομίας, πάρα πολλοί εργάτες προσχώρησαν στη Διεθνή – τελικά η συμμετοχή της πόλης αυτής ξεπερνούσε το 1/3 των 5.000-6.000 μελών της. Οι πιο ικανοί και εύστροφοι ηγέτες της Διεθνούς στο Σικάγο ήταν ο Πάρσονς, ο Σπάιζ, ο Σάμουελ Φήλντεν και ο Μάικελ Στσουώμπ. Οι Διεθνιστές του Σικάγου έβγαζαν πέντε εφημερίδες: το “Συναγερμό”, δεκαπενθήμερη εφημερίδα στα αγγλικά με κυκλοφορία 2.000 φύλλων, την “Εργατική Εφημερίδα του Σικάγου”, ημερήσια στα γερμανικά, με εκδότη τον Σπάιζ και με κυκλοφορία 3.600 φύλλων, την “Fackel”, την “Vorbote” και την “Budoucnost” που γράφονταν στη βοημική διάλεκτο. Αυτός ο επαναστατικός πυρήνας διείσδυσε γρήγορα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Επηρεασμένο απ’ αυτόν τον πυρήνα το τοπικό Συνδικάτο Καπνεργατών, τον Ιούνιο του 1884, κάλεσε όλα τα συνδικάτα της πόλης να αποχωρήσουν από τη συντηρητική Συνασπισμένη Επαγγελματική και Εργατική Συνέλευση και να οργανώσουν ένα Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο με καθαρά αγωνιστική πολιτική. Τέσσερα συνδικάτα γερμανών εργατών απάντησαν στο κάλεσμα -οι μεταλλουργοί, οι εργάτες των σφαγείων, οι ξυλεργάτες και οι επιπλοποιοί- και αποδέχτηκαν μια κοινή διακήρυξη αρχών: “όλη η γη αποτελεί κοινωνική κληρονομιά, ο πλούτος είναι δημιούργημα της εργασίας, δεν μπορεί να υπάρχει καμία αρμονία ανάμεσα στους εργάτες και το κεφάλαιο, κάθε εργάτης οφείλει να αποσπαστεί από τα καπιταλιστικά πολιτικά κόμματα και ν’ αφοσιωθεί στο συνδικάτο”. Από την αρχή το Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο βρισκόταν σε συνεννόηση με την ομάδα των Διεθνιστών. Άλλωστε το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα εξακολουθούσε να υποστηρίζει τη Συνασπισμένη Επαγγελματική και Εργατική Συνέλευση.
Για ένα χρόνο η ανάπτυξη του νέου Κεντρικού Εργατικού Συνδικάτου ήταν μικρή, παρόλα αυτά, στο τέλος του 1885 είχαν προσχωρήσει σε αυτό 13 συνδικάτα, ενώ η Συνασπισμένη Συνέλευση διατηρούσε 19. Ύστερα από λίγους μήνες όμως, τον Απρίλιο του 1885, συμμετείχαν στο Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο 22 συνδικάτα από τα οποία τα 11 ήταν τα μεγαλύτερα στην πόλη. Διατήρησε την επαφή του με τη Διεθνή και προσχώρησε στις διαδικασίες της, συμμετέχοντας στις μαζικές συγκεντρώσεις της. Άρχισε μια έντονη αγκιτάτσια για την καθιέρωση του οκτάωρου, παρόλο που όσον αφορά τα κίνητρα διέφερε από τη συντηρητική Συνασπισμένη Συνέλευση και τους Ιππότες της Εργασίας – δεν θεωρούσε σημαντική τη μείωση της εργάσιμης ημέρας αλλά τη δημιουργία κοινού εργατικού μετώπου και την πάλη των τάξεων. Ύστερα από εισήγηση του Σπάιζ, τον Οκτώβριο του 1885, υιοθέτησε την ακόλουθη απόφαση:
661248442_f2b8d86ccf1“Απόφασή μας είναι να κάνουμε έκκληση στην τάξη των μισθωτών να πάρει τα όπλα για να προβάλει στους εκμεταλλευτές της το μοναδικό επιχείρημα που μπορεί να θεωρηθεί αποτελεσματικό: ΒΙΑ. Μολονότι περιμένουμε ελάχιστα από την καθιέρωση του οκτάωρου, υποσχόμαστε με πίστη να βοηθήσουμε τα αδέλφια μας που βρίσκονται σε μειονεκτικότερη θέση σ’ αυτή την ταξική πάλη με όλα τα μέσα και τη δύναμη που διαθέτουμε, εφόσον κι αυτοί θα συνεχίσουν να διατηρούν ένα ανοιχτό και αποφασισμένο μέτωπο ενάντια στους κοινούς μας καταπιεστές, τους αριστοκράτες αλήτες και τους εκμεταλλευτές. Η πολεμική μας κραυγή είναι: “θάνατος στους εχθρούς του ανθρώπινου γένους!”
Στο Σικάγο, την πρωτοβουλία για την καθιέρωση του οκτάωρου την ανέλαβε ο Σύνδεσμος για την Καθιέρωση του Οκτάωρου, στον οποίο συμμετείχαν η Συνασπισμένη Συνέλευση, το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα και οι Ιππότες της Εργασίας – παρόλο που το Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο συνεργάστηκε ενεργητικά. Την τελευταία Κυριακή πριν από την Πρωτομαγιά οργανώθηκε μια τεράστια διαδήλωση για το οκτάωρο στην οποία πήραν μέρος 25.000 άτομα και μίλησαν οι Πάρσονς, Σπάιζ, Φήλντεν και Στσουώμπ. Όταν έφτασε η μέρα του αγώνα, τα περισσότερα μέλη της κίνησης για την καθιέρωση του οκτάωρου υποστήριξαν τα συνθήματα του Κεντρικού Εργατικού Συνδικάτου και της Διεθνούς.
Η ΜΠΟΜΠΑ ΠΕΦΤΕΙ
aogizncaev5041caecnbg2ca8blee9car8xyn8cae237llcaszi4lwcavd3ax0ca8xblpncaju321uca3j5okwcaddfcfjcasnxcticaxx4871ca3fa5dsca3ms1jocahj93kqcaesc507calvrl8kcakajp4gΗ απεργία ξεκίνησε στο Σικάγο με φοβερή ορμητικότητα και με τεράστιες ελπίδες επιτυχίας. Γύρω στους 40.000 εργάτες κατέβηκαν σε απεργία την 1η Μαΐου όπως είχε κανονιστεί, και τελικά έφτασαν να απεργούν 65.000 εργάτες μέσα σε τρεις ή τέσσερις μέρες. Αλλά κι αυτός ο αριθμός δεν αντιπροσώπευε ολόκληρο το δυναμικό της πόλης: χωρίς να γίνει απεργία ικανοποιήθηκε το αίτημα για μείωση της εργάσιμης ημέρας περισσότερων από 45.000 εργατών. Επιπλέον, απεργούσαν ήδη χιλιάδες εργάτες στο Λέηκ Σωρ, στο Γουώμπας, στο Σικάγο, στο Μιλγουώκη, στο Σαιν Πωλ και σε διάφορους σταθμούς μεταφορών οι απεργοί διαμαρτύρονταν για την πρόσληψη εργατών που δεν ανήκαν στο συνδικάτο. Αντιμετωπίζοντας ένα τέτοιο μαζικό κίνημα ο αρχηγός της αστυνομίας Έμπερσολντ κατάλαβε ότι η κατάσταση είναι δύσκολη και ζήτησε να βρίσκεται σ’ επιφυλακή, το Σάββατο, 1η Μαΐου, ολόκληρη η δύναμη της αστυνομίας και των χαφιέδων του Πίνκερτον – δύναμη που ενισχύθηκε από ιδιωτικούς μπασκίνες, μισθωμένους πρώτα από την Εταιρεία Σιδηροδρόμων, καθώς και με ειδικούς χαφιέδες, πολλοί από τους οποίους προέρχονταν από τη Μεγάλη Στρατιά του Πότομακ. Παρόλες όμως τις πολεμικές προετοιμασίες, το Σάββατο κύλησε ειρηνικά. Η πόλη είχε γιορτινή εμφάνιση με τα εκατοντάδες κλειστά εργοστάσια και τους χιλιάδες απεργούς που περιδιάβαιναν τους δρόμους οικογενειακά. Έγιναν πορείες και μαζικές συγκεντρώσεις κι ακούστηκαν λόγοι στα πολωνικά, τα γερμανικά, τα αγγλικά και τη βοημική διάλεκτο.
Αντιμέτωποι με μιαν απεργία που παρουσίαζε απρόβλεπτη δύναμη και διάθεση αλληλεγγύης, οι μεγάλοι επιχειρηματίες και βιομήχανοι συνασπίστηκαν για να τη συντρίψουν. Στις 27 Απριλίου ιδρύθηκε ο Σύνδεσμος Βιομηχάνων Υποδηματοποιίας στον οποίο συμμετείχαν 60 βιομήχανοι αυτοπροσώπως και 160 με γραπτή δήλωσή τους. Ο Σύνδεσμος αποσκοπούσε στο συντονισμό της δράσης των εκμεταλλευτών. Τα μεγαλύτερα χυτήρια σιδήρου, χάλυβος, χαλκού και μπρούτζου διακήρυξαν ότι θ’ αντιτάσσονταν στο αίτημα για την καθιέρωση του οκτάωρου. Το πρωί της πρωτομαγιάς συνεδρίασαν οι εκπρόσωποι των μεγάλων πλανιστηρίων για να αποφασίσουν με ποιο τρόπο θα αντιδράσουν ενάντια στους απεργούς. Το ίδιο βράδυ πήραν μέρος σ’ αυτή τη συγκέντρωση οι ξυλέμποροι και οι εταιρείες συσκευασιών -έτσι, σύσσωμη η ξυλοβιομηχανία αποφάσισε να μην κάνει καμιά παραχώρηση στους εργάτες. Παρόλα αυτά, τη Δευτέρα 3 Μαΐου η εξάπλωση της απεργίας ήταν τρομακτική. Το ποτάμι κοντά στην ξυλεμπορική Αγορά είχε πλημμυρίσει από παρατημένη ξυλεία, ενώ έρχονταν 300 μαούνες γεμάτες φορτίο σε εκδήλωση συμπαράστασης. Οι οικοδομικές εργασίες που εκείνη την εποχή βρισκόντουσαν σε άνθιση, παρέλυσαν ξαφνικά. Τα μεγάλα χυτήρια μετάλλων και οι μεταφορικοί σταθμοί μπλοκαρίστηκαν. Για να σπάσει η απεργία ήταν πια αναγκαία μια καθαρά επιθετική ενέργεια. Τη Δευτέρα τα γκλομπ της αστυνομίας άρχισαν να διαλύουν τις πορείες και τις συγκεντρώσεις.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας έγιναν σοβαρές φασαρίες στο εργοστάσιο Μακ Γκόρμικ Χάρβεστερ. Η αντιδικία ανάμεσα στον εργοστασιάρχη Μακ Γκόρμικ και τους εργάτες χρονολογείται από τα μέσα Φεβρουαρίου όταν η επιχείρηση κήρυξε λοκ-άουτ ενάντια στους 1.400 υπαλλήλους, αντιμετωπίζοντας έτσι το αίτημά τους να σταματήσει η δίωξη ορισμένων συναδέλφων τους που είχαν απεργήσει παλιότερα. Τους επόμενους δυο μήνες οι απεργοσπάστες, οι χαφιέδες του Πίνκερτον και οι μπασκίνες έκαναν λυσσαλέες επιθέσεις εναντίον των απεργών.
Η αστυνομία εξαπέλυσε την επίθεσή της το απόγευμα της Δευτέρας, 3 Μαΐου. 6.000 απεργοί ξυλεργάτες συγκεντρώθηκαν κοντά στο Μαύρο Μονοπάτι, ένα μίλι βόρεια απ’ το εργοστάσιο Μακ Γκόρμικ, με σκοπό τη δημιουργία μιας επιτροπής που θα στελνόταν στους ξυλεμπόρους. Ενώ ο Σπάιζ μιλούσε στη συγκέντρωση, μια ομάδα 200 περίπου ατόμων αποσπάστηκε αυθόρμητα από το πλήθος των απεργών, έκανε πορεία προς το εργοστάσιο και επιτέθηκε στους απεργοσπάστες που εκείνη τη στιγμή έφευγαν για το σπίτι τους.
Μέσα σε 10-15 λεπτά πλάκωσαν οι μπάτσοι – πάνω από 200. Στο μεταξύ ο Σπάιζ και οι συγκεντρωμένοι απεργοί βλέποντας τα περιπολικά κι ακούγοντας πυροβολισμούς ξεκίνησαν για το εργοστάσιο -στο δρόμο συναντήθηκαν με τη δύναμη των γκλομπ και των όπλων- οι αστυνομικοί πυροβολούσαν ανεξέλεγκτα τους απεργούς που έτρεχαν για να ξεφύγουν. Αποτέλεσμα: τέσσερις νεκροί και πάρα πολλοί τραυματίες.
Ο Σπάιζ αγανακτισμένος από τις νέες αγριότητες της αστυνομίας πήγε βιαστικά στο τυπογραφείο της “Εργατικής Εφημερίδας του Σικάγου” και κυκλοφόρησε την ακόλουθη προκήρυξη στα αγγλικά και τα γερμανικά:
ΕΚΔΙΚΗΘΕΙΤΕ! ΕΡΓΑΤΕΣ ΣΤΑ ΟΠΛΑ!!!
copsΤ’ αφεντικά εξαπέλυσαν τα λαγωνικά τους -την αστυνομία- και δολοφόνησαν έξι από τα αδέρφια μας σήμερα το απόγευμα στη φάμπρικα του Μακ Γκόρμικ. Σκότωσαν τ’ άμοιρα αδέρφια μας γιατί όπως και σεις είχαν το κουράγιο να μην υπακούσουν στην ανώτατη θέληση των αφεντικών σας. Τους σκότωσαν γιατί τόλμησαν ν’ απαιτήσουν τη μείωση των ωρών σκλαβιάς. Τους σκότωσαν για να αποδείξουν σε σας τους “Ελεύθερους Αμερικανούς Πολίτες” ότι πρέπει να είσαστε ικανοποιημένοι με οτιδήποτε αποφασίσουν να σας επιτρέψουν αλλιώς θα πεθάνετε!
Εδώ και χρόνια υφίστασθε τις πιο χυδαίες ταπεινώσεις, εδώ και χρόνια υποφέρετε αμέτρητα πλήγματα, αμέτρητες αδικίες, εργαζόσαστε μέχρι αναισθησίας, υποφέρετε από τους πόνους της ένδειας και της πείνας· τα παιδιά σας τα θυσιάσατε στον αφέντη της φάμπρικας – με λίγα λόγια όλα αυτά τα χρόνια ήσασταν δυστυχισμένοι και υπάκουοι σκλάβοι. Γιατί; Για να ικανοποιήσετε την αδηφάγα φάρα, για να γεμίσετε τα χρηματοκιβώτια του κοπρίτη, κλέφτη αφέντη σας; Όταν τώρα του ζητάτε να σας ελαφρώσει το φορτίο σας, στέλνει τα λαγωνικά του για να σας πυροβολήσουν, να σας σκοτώσουν!
Αν είσαστε άντρες, αν είσαστε τέκνα των πατεράδων σας που έχυσαν το αίμα τους για να σας ελευθερώσουν, τότε θα σηκώσετε τ’ ανάστημά σας, θα δείξετε τη δύναμή σας και θα καταστρέψετε εσείς το απαίσιο τέρας που θέλει να σας καταστρέψει. Στα όπλα, σας καλούμε στα όπλα!
Τ’ ΑΔΕΡΦΙΑ ΣΑΣ
Το επόμενο βράδυ μια δεύτερη προκήρυξη καλούσε σε μαζική συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην Παλιά Αγορά της οδού Ράντολφ.
Το πρωί της Τρίτης, 4 Μαΐου, ξημέρωσε με την αστυνομία να επιτίθεται ενάντια σε 3.000 απεργούς κοντά στην 35η οδό. Οι επιθέσεις κατά των συγκεντρωμένων απεργών συνεχίστηκαν και το απόγευμα, ειδικά στη νοτιοδυτική πλευρά της πόλης. Ο δήμαρχος Χάρρισον έδωσε άδεια για μαζική συγκέντρωση εκείνη τη βραδιά και στις 7 η ώρα ο κόσμος άρχισε να συγκεντρώνεται στην Πλατεία Αγοράς, το κέντρο των ξυλεμπορικών. Μεταξύ 8 και 9 η ώρα είχαν εμφανιστεί περίπου 3.000 άτομα, ανάμεσά τους και ο δήμαρχος Χάρρισον που παρακολουθούσε σαν θεατής για να μην διασαλευτεί η τάξη. Στο αστυνομικό τμήμα της οδού Ντεμπλαίν, μισό τετράγωνο απόσταση από τη συγκέντρωση, ένα αρκετά μεγάλο σώμα αστυνομικών βρισκόταν σ’ ετοιμότητα. Η συγκέντρωση ήταν πολύ ήσυχη. Ο Σπάιζ μίλησε στους απεργούς από ένα αμάξι μπροστά στο εργοστάσιο των αδερφών Κραίην. Ύστερα μίλησε ο Πάρσονς που περιορίστηκε στο θέμα του οκταώρου. Ύστερα μίλησε ο Φήλντεν. Γύρω στις 10 μια δυνατή καταιγίδα άρχισε να διαλύει τη συγκέντρωση, ενώ εκείνη την ώρα ο Σπάιζ και ο Πάρσονς είχαν φύγει. Ο μόνος που είχε μείνει ήταν ο Φήλντεν που μιλούσε στον κόσμο που ήταν ακόμα εκεί. Ο δήμαρχος Χάρρισον που είχε κρίνει ότι η συγκέντρωση ήταν ειρηνική και ότι όλα είχαν τελειώσει, έφυγε λίγο μετά τις 10, κάλεσε το αστυνομικό τμήμα για να δώσει αναφορά και μετά πήγε να κοιμηθεί στο σπιτάκι του.
untitledΎστερα από λίγα λεπτά, ο διευθυντής της αστυνομίας, Τζων Μπόνφηλντ, μισητός σ’ όλη την πόλη για την κτηνωδία του, μπήκε επικεφαλής ενός αποσπάσματος 180 μπάτσων για να διαλύσει όσους είχαν απομείνει από τη συγκέντρωση. Η ενέργεια αυτή δεν είχε κανένα νόημα πέρα από το ότι ο Μπόνφηλντ ήθελε να προκαλέσει άλλο ένα μακελειό. Σύμφωνα με τον κυβερνήτη της Πολιτείας, Ώλντγκενλντ, “ο επιθεωρητής Μπόνφηλντ είναι ο πραγματικός υπεύθυνος για το θάνατο των αστυνομικών”. Οι μπάτσοι κρατήθηκαν σε κάποια απόσταση από το αμάξι των ομιλητών και ένας λοχαγός Γουώρντ διέταξε τους συγκεντρωμένους να διαλυθούν. Ο Φήλντεν απάντησε ότι η συγκέντρωση ήταν ειρηνική. Καθώς ο Γουώρντ στράφηκε για να δώσει διαταγή στους άντρες του μια βόμβα έπεσε από ένα σημείο στο πεζοδρόμιο λίγο πιο αριστερά από το αμάξι. Η έκρηξη έγινε εκεί που στέκονταν οι μπάτσοι και τραυμάτισε 66. Απ’ αυτούς οι επτά πέθαναν αργότερα. Η αστυνομία άρχισε αμέσως να πυροβολεί υστερικά το πλήθος, σκοτώνοντας αρκετούς και τραυματίζοντας 200. Πανικός ξέσπασε στη γειτονιά. Έγιναν τηλεφωνήματα σε γιατρούς. Τα φαρμακεία γέμισαν τραυματίες.
Μέχρι και σήμερα ακόμα δεν έχει εξακριβωθεί ποιος έριξε τη βόμβα. Υπάρχουν τρεις πιθανότητες:
1) ο κυβερνήτης Ώλντγκελντ υποστήριζε στο απαλλακτικό διάγγελμά του το 1893 ότι ρίχτηκε από κάποιον σαν αντίποινα για όλες τις βιαιότητες του Μπόνφηλντ και της αστυνομίας. “…Αποδεικνύεται ότι κατά πάσα πιθανότητα η βόμβα ρίχτηκε από κάποιον που ζητούσε προσωπική εκδίκηση, ότι οι αρχές ακολούθησαν μια τακτική που ήταν φυσικό να προκαλέσει όλα όσα προκάλεσε, ότι αρκετά χρόνια πριν από το επεισόδιο της Παλιάς Αγοράς δεν είχαν σημειωθεί εργατικές ταραχές και ότι σε αρκετές περιπτώσεις πολλοί εργάτες που δεν ήταν ένοχοι καμιάς κατηγορίας είχαν δολοφονηθεί, και κανένας από τους δολοφόνους δεν πέρασε από δικαστήριο. Οι μαρτυρίες που δόθηκαν στους ανακριτές και εκτέθηκαν εδώ αποδεικνύουν ότι σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις πυροβολήθηκαν άτομα και σκοτώθηκαν καθώς έτρεχαν, πράγμα που αποδεικνύει ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος να πυροβοληθούν· παρόλα αυτά δεν κατηγορήθηκε κανείς. Στο Σικάγο έγιναν πολλές απεργίες κατά τις οποίες η αστυνομία όχι μόνο επιτέθηκε ενάντια στους ανθρώπους, αλλά και χωρίς καμιά νομική δικαιοδοσία εισέβαλε και διέσπασε ειρηνικές συγκεντρώσεις· σε πολλές περιπτώσεις που δεν ήταν ένοχοι στο παραμικρό”.
2) Η πιθανότητα ενός προβοκάτορα δεν πρέπει να απορριφθεί εντελώς. Η αστυνομία του Σικάγου εκείνη την εποχή ήταν ικανή για κάτι τέτοιο. Το πρωί μετά την έκρηξη της βόμβας ο επιθεωρητής Μπόνφηλντ έκανε την εξής ανακοίνωση:
“Θα λάβωμεν δραστικά μέτρα διά την σύλληψιν των ηγετών της υποθέσεως αυτής. Η ενέργεια της χθεσινής νυκτός θα αποδείξει ότι η βομβιστική και δυναμιτιστική φρασεολογία δεν ήτο απλή πομφόλυξ… Η επίθεσις εναντίον ημών ήτο κτηνώδης και θρασύδειλος”. (Η υπογράμμιση έγινε από τον ίδιο τον Μπόνφηλντ).
Η υπογραμμισμένη πρόταση ίσως υποδηλώνει μια παλιά πρόθεσή του να αποδείξει ότι η “δυναμιτιστική φρασεολογία” δεν ήταν “απλή πομφόλυξ”.
3) Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να ήταν ένοχος ο αναρχικός Ρ. Στσνάουμπελτ, γαμπρός του Μ. Στσουώμπ. Το γεγονός ότι συνελήφθηκε δύο φορές και αφέθηκε ελεύθερος σε περίοδο που η αστυνομία συνελάμβανε και φυλάκιζε όλους τους αναρχικούς και συμπαθούντες που μπορούσε να αρπάξει, δημιουργεί την υποψία ή μάλλον τη βεβαιότητα ότι η αστυνομία ήθελε να τον ξεμπερδέψει για να μπορέσει να καταδικάσει τους οκτώ σημαντικότερους επαναστάτες ηγέτες.
selanik6-kΟ δικαστής Γκάρυ που αναθεώρησε την υπόθεση επτά χρόνια μετά την πρώτη δίκη παραδέχτηκε πως ήταν πολύ πιθανή η ενοχή του Στσνάουμπελτ και πως η απαλλαγή του μπορεί να έγινε όταν ακριβώς ήταν ο σημαντικότερος ύποπτος. Ο Γκάρυ συμπέρανε, παρόλα αυτά, ότι “ή ο Στσνάουμπελτ ή κάποιος άλλος πέταξε τη βόμβα, πράγμα που δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία”.
Οι εφημερίδες, όχι μόνο στο Σικάγο, αλλά και παντού, άρχισαν να σπέρνουν τον πανικό. Απαίτησαν την εκτέλεση όλων των ανατρεπτικών στοιχείων. Μέσα σε λίγες μέρες η αστυνομία συνέλαβε τους κυριότερους αναρχικούς επαναστάτες της πόλης – τους Σπάιζ, Φήλντεν, Στσουώμπ, Άντολφ Φίσερ, Τζωρτζ Ένγκελ, Λούις Λινγκ, Όσκαρ Νημπ και άλλους, ακόμα και τους 25 τυπογράφους της “Εργατικής Εφημερίδας”. Ο μόνος που διέφυγε ήταν ο Πάρσονς που η αστυνομία δεν μπορούσε να τον συλλάβει παρά το φοβερό κυνηγητό. Όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος του μπάτσου Μ. Τζ. Ντήγκαν οι εφημερίδες απαίτησαν κραυγαλέα βιαστικές δίκες στο κακουργιοδικείο. Για αρκετές βδομάδες αναζωπύρωναν το αίσθημα τρομοκρατίας που επικρατούσε στο κοινό. Οι τίτλοι τους ήταν χαρακτηριστικοί: Αιμοδιψή κτήνη, Ερυθροί ρουφιάνοι, Ερυθροί ταραξίες, Κατασκευαστές βομβών, Ερυθροί αγκιτάτορες, Αναρχικοί δυναμιτιστές, Αιμοδιψή τέρατα, Εκσφενδονιστές βομβών, Βομβολάτρες. Η εφημερίδα Chicago Tribune έγραφε στις 6 Μαΐου: “Τα φίδια αυτά θράφηκαν και αναζωογονήθηκαν με τη λιακάδα της ανοχής και πήραν θάρρος να επιτεθούν ενάντια στην κοινωνία, το νόμο, την τάξη και την κυβέρνηση”. Και η Chicago Herald της ίδιας ημέρας: “Ο όχλος που παρακινήθηκε από τον Σπάιζ και τον Φήλντεν σε δολοφονίες δεν αποτελείται από αμερικανούς. Είναι καθάρματα από την Ευρώπη που ζήτησαν καταφύγιο σ’ αυτές τις ακτές για να καταχραστούν τη φιλοξενία μας και να περιφρονήσουν τις αρχές της χώρας”. Η Chicago Interocean: “Για μήνες, για χρόνια, αυτά τα μικροπρεπή υποκείμενα διαλαλούσαν τα στασιαστικά κι επικίνδυνα δόγματά τους”. Η Chicago Journal της 7ης Μαΐου: “Η Δικαιοσύνη θα πρέπει να είναι πολύ αυστηρή όταν θα περιλάβει τους κρατούμενους αναρχικούς. Οι νόμοι που αφορούν τη συνενοχή σ’ εγκλήματα είναι τόσο σαφείς ώστε οι δίκες τους δεν θα πρέπει να κρατήσουν πολύ”.
Η τροφοδότηση της υστερίας του κοινού κατάντησε να είναι πρωταρχική δραστηριότητα της αστυνομίας. Ύστερα από τρία χρόνια, κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξής του, ο αρχηγός της αστυνομίας, Έμπερσολντ, παραδέχτηκε: “Ήτο τακτική μου να κατευνάσω τα πνεύματα όσο το δυνατόν ταχύτερον μετά την 4ην Μαΐου 1886. Η γενική αναταραχή ήτο εις βάρος της πόλεως του Σικάγου. Άλλωστε ο λοχαγός Στσάακ επεζητούσε την αναταραχήν. Ήθελε να ανεύρη βόμβας πανταχόθεν… Μετά την διάλυσιν των αναρχικών ομάδων, ο Στσάακ ήθελε να εξαπολύσει τους άνδρας του διά να οργανώσουν εκ νέου τας διαλελυμένας ομάδας”. Η αστυνομία πήρε στα χέρια της τους καταλόγους συνδρομητών της “Εργατικής Εφημερίδας” και άρχισε μαζικές εφόδους. Στις αίθουσες συγκεντρώσεων, στα τυπογραφεία, στα σπίτια γινόντουσαν διαρρήξεις και έρευνες· συνελάμβαναν και φυλάκιζαν οποιονδήποτε είχε έστω και ελάχιστη σχέση με το ριζοσπαστικό κίνημα. Η αστυνομία φρόντιζε οι επιδρομές της να έχουν αποτελέσματα. Κάθε μέρα ανακάλυπταν πυρομαχικά, καραμπίνες, μαχαίρια, ντουφέκια, πιστόλια, ξιφολόγχες, αναρχικά φυλλάδια, κόκκινες σημαίες, ανατρεπτικά πανό, φυσίγγια, εγχειρίδια, σφαίρες, μολύβι, υλικά για την κατασκευή τορπιλών, κάλυκες σφαιρών, δυναμίτη, βόμβες, οβίδες, καψούλια, μηχανήματα, ψεύτικες πόρτες για κρύπτες, υπόγειες γαλαρίες σκοποβολής. Κάθε εύρημα της αστυνομίας διατυμπανιζόταν από τις εφημερίδες. Απλώθηκε η φήμη ότι ο “Μοστ” θα ερχόταν από τη Νέα Υόρκη, προφανώς για να κλιμακώσει το κύμα δολοφονιών, οπότε η αστυνομία παρέταξε επιδεικτικά έξω από το σταθμό τους χαφιέδες της. Μαζεύτηκε πλήθος για να υποδεχτεί τον επικίνδυνο επισκέπτη, ο Μοστ όμως δεν φάνηκε. Η κατάλληλη ατμόσφαιρα για τη δίκη είχε προετοιμαστεί προσεκτικά.
“ΑΦΗΣΤΕ Ν’ ΑΚΟΥΣΤΕΙ Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ”
Όταν συνεδρίασε το κακουργιοδικείο, στα μέσα Μαΐου, κατηγόρησε τους Ώγκαστ Σπάιζ, Μάικελ Στσουώμπ, Σάμουελ Φήλντεν, Άλμπερτ Πάρσονς, Άντολφ Φίσερ, Τζωρτζ Ένγκελ, Λούις Λινγκ και Όσκαρ Νημπ, όλοι τους βασικά μέλη της Διεθνούς, σαν υπεύθυνους για τη “δολοφονία” του Ματίας Τζ. Ντήγκαν στις 4 Μαΐου. Η δίκη ορίστηκε για τις 21 Ιουνίου στο δικαστήριο του Κουκ Κάουντυ με δικαστή τον Τζόζεφ Γκάρυ. Δημόσιος κατήγορος ήταν ο πολιτειακός εισαγγελέας Τζ. Γκρίνελ. Οι κατηγορούμενοι όρισαν 4 συνήγορους. Η δίκη άρχισε ενώ η αστυνομία έκανε τις συγκλονιστικές της αποκαλύψεις, οι εφημερίδες αράδιαζαν μυθιστορίες για αναρχικές συνωμοσίες που αποσκοπούσαν σε μαζικές δολοφονίες και το κοινό ούρλιαζε απαιτώντας γρήγορα την εκτέλεση των κατηγορούμενων. Στην αρχή της προανάκρισης ο Πάρσονς που είχε διαφύγει τη σύλληψη για έξι βδομάδες, βάδισε μέσα στο δικαστήριο και παραδόθηκε για να δικαστεί, συναντώντας τους συντρόφους του στο εδώλιο των κατηγορουμένων.
images_haymarket8_large
Από κείνη τη στιγμή δύο γεγονότα απέδειξαν ότι η δίκη δεν ήταν ούτε κατά προσέγγιση δίκαιη. Πρώτον, ο δικαστής Γκάρυ ανάγκασε και τους οκτώ κατηγορούμενους να δικαστούν μαζί, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο παραδοχής όλων των ειδών αποδεικτικών στοιχείων. Δεύτερον, χάρη σ’ ένα απίθανο τέχνασμα οι ένορκοι δεν διαλέχτηκαν με το συνηθισμένο τρόπο της τυχαίας κλήρωσης, αλλά αντίθετα από ένα κλητήρα διορισμένο από τον πολιτειακό εισαγγελέα. Ένας επιχειρηματίας του Σικάγου, ο Ο. Σ. Φαίηβορ, στην ένορκη κατάθεσή του δήλωσε ότι ο κλητήρας του είχε πει μπροστά σε μάρτυρες: “Εγώ χειρίζομαι αυτή την υπόθεση και ξέρω τι πρέπει να κάνω. Τα άτομα αυτά θα κρεμαστούν σίγουρα. Διαλέγω αυτούς ακριβώς τους ενόρκους γιατί οι κατηγορούμενοι θα τους απορρίψουν ασυζητητί και τελικά θα χάσουν τον καιρό τους και τις ενστάσεις τους. Θ’ αναγκαστούν να τους δεχτούν απλώς γιατί τους θέλει ο δημόσιος κατήγορος”. Ο δικαστής με πολύ έξυπνες ερωτήσεις κατάφερε να θεωρηθούν κατάλληλοι ένορκοι πολλοί που είχαν παραδεχτεί ανοιχτά τις προκαταλήψεις τους απέναντι στους κατηγορούμενους και οι οποίοι απορρίπτονταν εντελώς από την υπεράσπιση. Χρειάστηκαν 21 μέρες για να διαλεχτούν οι ένορκοι και εξετάστηκαν 981 υποψήφιοι. Τελικά η υπεράσπιση εξάντλησε το δικαίωμα ένστασης και έτσι διαλέχτηκαν οι 12 ένορκοι που ανάμεσά τους ήταν κι ένας συγγενής θύματος από τη βόμβα.
Η εισηγητική ομιλία του πολιτειακού εισαγγελέα Γκρίνελ μετά την παρουσίαση των στοιχείων έγινε στις 14 Ιουλίου και διαβεβαίωσε τους ενόρκους ότι θα εμφανιζόταν ο άνθρωπος που είχε ρίξει τη βόμβα. Πράγμα βέβαια που ήταν αδύνατον. Παρόλα αυτά έγινε προσπάθεια να στηριχτεί η κατηγορία στη μαρτυρία δύο υποτιθέμενων αναρχικών που μηρύκασαν τα “επίσημα” στοιχεία, παρουσιάζοντας κάποια ιστορία για την ύπαρξη τρομοκρατικής συνωμοσίας σύμφωνα με τα οποία θα ανατινάζονταν με δυναμίτη όλα τα αστυνομικά τμήματα, ένα κάθε φορά που θα εμφανιζόταν η γερμανική λέξη Rhue στην “Εργατική Εφημερίδα”. Η μαρτυρία των δύο αυτών ατόμων σαρώθηκε εντελώς από την υπεράσπιση. Όταν λοιπόν ξεφούσκωσε κι αυτό το μπαλόνι αποκαλύφθηκαν άλλα παράξενα στοιχεία. Ένας άλλος μάρτυρας, ο Γκίλμερ, που αποδείχτηκε επαγγελματίας ψευδομάρτυρας, ορκίστηκε ότι είχε δει ένα αντικείμενο που έμοιαζε με βόμβα ανάμεσα στους Σπάιζ, Στσουώμπ και Στσνάουμπελτ και ότι είχε παρατηρήσει αυτό τον τελευταίο να ρίχνει τη βόμβα ενάντια στους αστυνομικούς. Επιπλέον, πάρα πολλοί αστυνομικοί προσπάθησαν να αποδείξουν ότι ο Φήλντεν τους είχε πυροβολήσει πίσω από το αμάξι των ομιλητών, οι ισχυρισμοί τους όμως αποδείχτηκαν αβάσιμοι…
Παρά τη δημιουργία συναισθηματικής ομίχλης γύρω από τα γεγονότα, το Κράτος, όπως παρατήρησε ο κυβερνήτης Ώλντγκελντ δεν κατάφερε ποτέ να ανακαλύψει ποιος έριξε τη βόμβα. Δεν μπόρεσε επίσης να αποδείξει την ύπαρξη κάποιας συγκεκριμένης συνωμοσίας από μέρους των κατηγορουμένων.
sac-flammorΜε την εξέλιξη της υπόθεσης, οι οκτώ κατηγορούμενοι κατέληξαν να δικάζονται για τις ιδέες τους, παρόλο που δεν επέτρεψαν στην υπεράσπιση να παρουσιάσει μαρτυρίες σχετικές με τη θεωρία του αναρχισμού. Βασιζόμενος στο γεγονός ότι οι γενικές αρχές των αναρχικών αποτελούσαν προτροπή για την καταστροφή όλων των καπιταλιστών, ο δικαστής Γκάρυ επέτρεψε στον δημόσιο κατήγορο να συμπεράνει την ύπαρξη συγκεκριμένης συνωμοσίας. Οι ένορκοι αιφνιδιάστηκαν με αποσπάσματα από διάφορα εμπρηστικά άρθρα της εφημερίδας “Συναγερμός” και της “Εργατικής Εφημερίδας”. Η αστυνομία επέδειξε στους ενόρκους μια σειρά δεματιών δυναμίτη και διάφορες βόμβες με καταχθόνιους μηχανισμούς, παρόλο που τα πιο πολλά απ’ αυτά τα “στοιχεία” είχαν βρεθεί σε μίλια απόσταση από το σημείο της έκρηξης και ύστερα από βδομάδες ολόκληρες. Το θέαμα των εκθεμάτων προκάλεσε το επιθυμητό αποτέλεσμα: προξένησε τρόμο. Η υπεράσπιση εναντιώθηκε στην παρουσίαση άσχετων στοιχείων που αποσκοπούσαν στην πρόκληση εχθρικών συναισθημάτων αλλά το δικαστήριο απέρριψε όλες τις ενστάσεις της. Ο δικαστής Γκάρυ αποκάλυψε έτσι την προκατάληψή του, όπως παραδέχτηκε αργότερα ο κυβερνήτης Ώλντγκελντ.
Η συνοπτική διαδικασία μπροστά στους ενόρκους άρχισε στις 14 Αυγούστου. Έληξε με την αγόρευση του πολιτειακού εισαγγελέα Γκρίνελ: “Δικάζεται ο Νόμος. Δικάζεται η Αναρχία. Οι άνθρωποι αυτοί διαλέχτηκαν από τους ενόρκους και θεωρήθηκαν ένοχοι γιατί ήταν ηγέτες. Δεν είναι περισσότερο ένοχοι απ’ ότι οι χιλιάδες που τους ακολουθούν. Κύριοι ένορκοι, καταδικάστε τους, κάντε τους παράδειγμα προς αποφυγήν, κρεμάστε τους και θα σώσετε τους θεσμούς μας, την κοινωνία μας”. Όπως είχε προβλεφθεί οι ένορκοι ανακοίνωσαν την απόφασή τους στις 20 Αυγούστου: τους χαρακτήρισαν όλους ένοχους και επέβαλαν την ποινή του απαγχονισμού στους επτά κατηγορούμενους, ενώ στον Όσκαρ Νημπ επέβαλαν φυλάκιση 15 χρόνων. Η υπεράσπιση έκανε έφεση για νέα δίκη τον Σεπτέμβριο. Η έφεση απορρίφθηκε και οι καταδικασμένοι κλήθηκαν να απολογηθούν. Οι απολογίες τους ήταν λεπτομερειακές, κράτησαν τρεις μέρες και απευθύνονταν όχι μόνo στο δικαστήριο αλλά και στους εργάτες όπου κι αν βρίσκονταν.
casdqv0t2Ύστερα από μια μεγάλη ανάλυση των απόψεών του ο Σπάιζ είπε: “Λοιπόν, αυτές είναι οι ιδέες μου. Αποτελούν μέρος του εαυτού μου, δεν μπορώ να τις αποχωριστώ και δεν θα το έκανα ακόμα κι αν μπορούσα. Κι αν νομίζετε ότι μπορείτε να συντρίψετε αυτές τις ιδέες που κερδίζουν έδαφος κάθε μέρα και περισσότερο, αν νομίζετε ότι μπορείτε να τις στείλετε στην κρεμάλα -αν επιβάλλετε άλλη μια φορά τη θανατική ποινή σε άτομα που τόλμησαν να πουν την αλήθεια – και σας προκαλώ να μας αποδείξετε σε ποιο σημείο είπαμε ψέματα – σας λέω ότι αν ο θάνατος είναι η ποινή γιατί διακηρύχτηκε η αλήθεια, τότε θα πληρώσω το ακριβό τίμημα με περηφάνια και τόλμη! Φωνάξτε το δήμιό σας!”
Ο Τζωρτζ Ένγκελ είπε: “Μισώ και πολεμάω όχι τον καπιταλιστή σαν άτομο, αλλά το σύστημα που του δίνει τα προνόμιά του. Η μεγαλύτερή μου επιθυμία θα ήταν να μπορέσουν να αναγνωρίσουν οι εργάτες ποιοι είναι οι φίλοι τους και ποιοι οι εχθροί τους”.
Και με το θάρρος που είχε δείξει κατά τη διάρκεια της δίκης, ο Λινγκ που ήταν τότε μόνο 21 χρονών, είπε:
“Επαναλαμβάνω ότι είμαι εχθρός της τάξης που επικρατεί σήμερα και επαναλαμβάνω ότι θα την πολεμήσω με όλες μου τις δυνάμεις, όσο μπορώ ακόμα να ανασαίνω… Σας απεχθάνομαι! Απεχθάνομαι την τάξη σας, τους νόμους σας, την εξουσία σας που στηρίζεται στη βία. Κρεμάστε με γι’ αυτό!”
Η εκτέλεση της καταδίκης αναβλήθηκε μια και η υπόθεση παρουσιαζόταν στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ιλλινόις. Αφού εξετάστηκε για αρκετούς μήνες και παρά το γεγονός ότι η δίκη έβριθε σφαλμάτων νομικής φύσης, το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση του κατώτερου δικαστήριου το Σεπτέμβριο του 1887. Όλες οι εργατικές οργανώσεις παντού, εκτός από τους Ιππότες της Εργασίας, ζήτησαν χάρη για τους καταδικασμένους αναρχικούς. Τις τελευταίες μέρες ο Φήλντεν και ο Στσουώμπ έκαναν αίτηση για χάρη και ζήτησαν μετατροπή της ποινής. Οι άλλοι απαίτησαν Ελευθερία ή θάνατο. Ο κυβερνήτης Όγκσλμπυ μετέτρεψε την ποινή του Φήλντεν και του Στσουώμπ σε ισόβια και έτσι μεταφέρθηκαν στις κρατικές φυλακές του Τζόλιετ μαζί με τον Νημπ. Ο Λινγκ απέφυγε το ικρίωμα την προηγούμενη της εκτέλεσης πυροδοτώντας ένα τσιγάρο με δυναμίτη μέσα στο στόμα του. Οι υπόλοιποι τέσσερις κρεμάστηκαν στις 11 Νοεμβρίου 1887.
“Οι θηλιές στήθηκαν γρήγορα, οι κουκούλες κατέβηκαν. Τότε κάτω από τα καλύμματα ακούστηκαν τα εξής:
ceb1cf83cf84ceb5cf81ceb9ΣΠΑΪΖ: Θάρθει μια εποχή που η σιωπή του τάφου μας θα είναι πιο ισχυρή από τις φωνές που στραγγαλίζετε σήμερα.
ΕΝΓΚΕΛ και ΦΙΣΕΡ: Ζήτω η Αναρχία! Αυτή είναι η ευτυχέστερη στιγμή της ζωής μου!
ΠΑΡΣΟΝΣ: Ω, άνθρωποι της Αμερικής, θα μου δώσετε την άδεια να μιλήσω; Αφήστε με να μιλήσω Σερίφη Μαίητσον. Αφήστε να ακουστεί η φωνή του λαού, Ω!”.
Ύστερα από χρόνια, μετά από αναθεώρηση της δίκης, οι Φήλντεν, Στσουώμπ και Νημπ απαλλάχτηκαν της κατηγορίας και απελευθερώθηκαν.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ ΤΟΥ ΣΙΚΑΓΟ
19510r
anarchy645
Οι τέσσερις αναρχικοί πρωταγωνιστές των γεγονότων του Σικάγου λίγο πριν τη θανάτωσή τους


anarchy63act4minihaymarketsquare2hayriot-b
Τα αιματηρά γεγονότα στο Haymarket
mostportrait
cebf-cf83cf80ceb1cf8acf83-cebaceb1cebbceb5ceb9-cf83cf84ceb7-cebcceb1cebacebfcf81cebcceb9ceba
Ο αναρχικός Αύγουστος Σπάις καλεί τους εργάτες σε εξέγερση λίγο μετά τη δολοφονική επίθεση της αστυνομίας
cf83cf8dcebbcebbceb7cf88ceb7-cf84cebfcf85-cebbceb9cebdceb3ceba-cf83ceb9cebaceb1ceb3cebf-1886
Η σύλληψη του Λινγκ
arparsons
maydaycover
hay1


Αναδημοσίευση από  : ΑΣΥΝΤΑΧΤΟΣ ΤΥΠΟΣ

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

Προληπτική Κράτηση για Γερμανό Πολιτικό Κρατούμενο στην χώρα των Λευκών Κελιών

Γερμανία: Ο Τόμας Μάγερ-Φαλκ σαπίζει ακόμα στα μπουντρούμια. Για πόσο;


Από τον Οκτώβρη του 1996 είμαι έγκλειστος στα μπουντρούμια του γερμανικού 


κράτους. Καταδικάστηκα σε έντεκα χρόνια και έξι μήνες φυλάκιση για μία 


ληστεία τράπεζας με σκοπό τη χρηματοδότηση αριστερών εγχειρημάτων. 


Αργότερα καταδικάστηκα σε πέντε ακόμη χρόνια και τρεις μήνες για 


«προσβολή» κατά εισαγγελέων, δικαστών και πολιτικών.

Είμαι κόκκινος και αναρχικός σκίνχεντ (RASH) εδώ και πολλά χρόνια, και η 


κυβέρνηση με κράτησε σε πλήρη απομόνωση από το 1996 μέχρι τον Μάη του 


2007. Βρίσκομαι στο γενικό πληθυσμό φυλακών τα τελευταία έξι χρόνια, και τον 


Ιούλιο του 2013 θα έχω εκτίσει το σύνολο της ποινής μου.



Ωστόσο, το 1997 το κακουργιοδικείο πρόσθεσε στην ποινή μου τον όρο της 


«προληπτικής κράτησης» (Sicherungsverwahrung), ο οποίος βασίζεται σε 


ναζιστικό νόμο του Νοεμβρίου του 1933 και επιτρέπει στο κράτος να κρατήσει 


ένα φυλακισμένο στα κελιά ακόμα και μετά το πέρας της τακτικής του ποινής, κι 


άμα γουστάρει, ακόμα και για το υπόλοιπο της ζωής του κρατουμένου.*

Πρόσφατα οι δικαστές άνοιξαν τη δικογραφία μου για να αποφασίσουν αν τον 


Ιούλιο του 2013, αντί να βγω από τη φυλακή, θα τεθώ υπό τον όρο της 


«προληπτικής κράτησης». Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει καμιά μεγάλη 


πιθανότητα να με αποφυλακίσουν οι δικαστές, αλλά εξακολουθώ να θεωρώ 


χρήσιμη κάθε κίνηση πίεσης και να εκτιμώ την αλληλεγγύη σας, ιδίως αν 


μπορούσατε να γράψετε επιστολές και e-mails προς το αρμόδιο δικαστήριο 


προκειμένου να στηρίξετε τη μάχη που δίνω για λευτεριά.

Στείλτε επιστολές εδώ:


Landgericht, Strafvollstrekcungskammer, Hans-Thoma-Str. 7


D-76133 Karlsruhe (Γερμανία)

ή ηλεκτρονικά μηνύματα εδώ: poststelle@lgkarlsruhe.justiz.bw1.de

Ο αριθμός δικογραφίας της υπόθεσής μου είναι 15 AR 1/13

Κάθε άλλη μορφή στήριξης είναι ευπρόσδεκτη!


Ευχαριστώ πολύ,


Thomas Meyer-Falk


c/o JVA, Schoenbornstr. 32, D-76646 Bruchsal (Γερμανία)



Αναδημοσίευση από : Αντιρρησίες Συνείδησης

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

Το κράτος δεν είναι τίποτε, ας γίνουμε τα πάντα


Του Ραούλ Βάνεγκεμ

Δεν είναι τυχαίο που η Ελλάδα, όπου γεννήθηκε η ιδέα της δημοκρατίας, δίνει πρώτη το σύνθημα της μάχης ενάντια σε μια διεφθαρμένη δημοκρατία,
όπου αυξάνονται παντού οι πιέσεις από τις πολυεθνικές και τις χρηματοπιστωτικές μαφίες. Σ’αυτή τη χώρα είδαμε να εκδηλώνεται μια αντίσταση που έρχεται σε έντονη αντίθεση με τον λήθαργο του ευρωπαϊκού πολεταριάτου, που κείται πλέον αναίσθητο υπό την επίρροια δεκαετιών καταναλωτισμού και ψευδοχειραφέτησης.
Επιτρέψτε μου να θυμίσω ορισμένες βασικές κοινοτοπίες.
Ο καταναλωτισμός έχει εκλαϊκεύσει και εξαπλώσει παντού τη δημοκρατία του σουπερμάρκετ, όπου ο πολίτης διαθέτει τη μεγαλύτερη ελευθερία επιλογής υπό τον όρο να καταβάλλει το αντίτιμο κατά την έξοδο από το κατάστημα. Οι παλιές ιδεολογίες έχουν χάσει το ουσιαστικό τους περιεχόμενο κι έχουν καταντήσει διαφημιστικά χαρτοφυλάκια που εξυπηρετούν τους εκλεγμένους πολιτικούς να πολλαπλασιάσουν την πελατεία και την εξουσία τους. Η πολιτική, είτε αριστερή θέλει να λέγεται είτε δεξιά, δεν είναι παρά ένα σύστημα πελατειακό, όπου οι εκλεγμένοι προάγουν τα προσωπικά τους συμφέροντα κι όχι αυτά των πολιτών που υποτίθεται πως εκπροσωπούν. Για μια ακόμα φορά, η Ελλάδα είναι στην ευχάριστη θέση να αποκαθιστά την αρχική σημασία της λέξης πολιτική, που είναι η τέχνη του να κυβερνάς την πόλη.
Η δεύτερη κοινοτοπία είναι ότι τα κράτη έχουν απωλέσει το προνόμιο, που περηφανεύονταν ότι κατέχουν, να διαχειρίζονται τα δημόσια αγαθά. Το παραδοσιακό κράτος πάντοτε βέβαια ξάφριζε τους πολίτες για να γεμίζει το παγκάρι του επιβάλλοντας φόρους και δασμούς, από την άλλη όμως, διασφάλιζε και τη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών, όπως η παιδεία, η υγεία, τα ταχυδρομεία, οι συγκοινωνίες, τα επιδόματα ανεργίας, οι συντάξεις…Τα κράτη σήμερα είναι πλέον σκέτοι υπηρέτες των τραπεζών και των πολυεθνικών. Ωστόσο, αυτές αντιμετωπίζουν τώρα την πανωλεθρία του «τρελού χρήματος» το οποίο, αφού επενδύεται στην κερδοσκοπία του χρηματιστηρίου και όχι σε παραγωγικές βιομηχανίες βασικών ειδών ή σε εταιρείες κοινής ωφελείας, γίνεται φούσκα που σκάει – αυτό είναι το χρηματιστηριακό κραχ. Είμαστε έρμαια των διαχειριστών της χρεωκοπίας, που βιάζονται να στραγγίξουν και την τελευταία σταγόνα γρήγορου κέρδους με την υπερεκμετάλλευση των πολιτών, των πολιτών που καλούνται να γεμίσουν, με αντάλλαγμα μια ζωή ολοένα και πιο επισφαλή, τον απύθμενο λάκκο του ελλείμματος που έσκαψαν οι τραπεζικές αγυρτείες.
Το κράτος όχι μόνο δεν είναι πια σε θέση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, αυτές που προκύπτουν από τους όρους του κοινωνικού συμβολαίου, αλλά επιπλέον ψαλιδίζει τους προϋπολογισμούς των δημοσίων υπηρεσιών, κάνει κομμάτια ό,τι μπορούσε να εγγυάται τουλάχιστον την επιβίωση – αφού δεν κατάφερνε να επιτρέπει στον καθένα να ζει μια πραγματική ζωή. Κι όλ’ αυτά στο όνομα μιας τεράστιας απάτης που λέγεται δημόσιο χρέος.
Η μοναδική αρμοδιότητα που έχει απομείνει στο κράτος είναι η αστυνομική καταστολή. Η μοναδική δικλείδα ασφαλείας του κράτους είναι να σπέρνει το φόβο και την απελπισία. Τα χειρίζεται πολύ αποτελεσματικά, επενδύοντάς τα μ’ ένα είδος αποκαλυψιακής αχλής. Σκορπά τη φήμη ότι το αύριο θα είναι χειρότερο από το σήμερα. Το συνετό είναι επομένως να καταναλώνεις, να ξοδεύεις ό,τι προλάβεις πριν την πτώχευση, να βγάζεις στο σφυρί ό,τι μπορεί να αποφέρει κέρδος, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι θυσιάζεις την ύπαρξή σου και τον πλανήτη ολόκληρο μόνο και μόνο για να διαιωνίζεται η γενικευμένη αυτή απάτη.
Φιλοσοφία των επιχειρήσεων είναι ο μηδενισμός. Εκεί όπου το παν είναι το χρήμα, όλες οι αξίες, εκτός από την εμπορευματική, εξαφανίζονται εντελώς. Είδαμε πώς ο καταναλωτισμός υπονόμευσε τις δήθεν αιώνιες αλήθειες του παρελθόντος: την αυθεντία του πατέρα και την πατριαρχική εξουσία, τις θρησκείες, τις ιδεολογίες, το κύρος του στρατού και της αστυνομίας, το σεβασμό προς τ’ αφεντικά, την ιερότητα της θυσίας, την αρετή της σκληρής δουλειάς, την περιφρόνηση προς τη γυναίκα, το παιδί, τη φύση…Την ίδια στιγμή όμως ο καταναλωτισμός έχει αποκοιμήσει τη συνείδηση, τη συνείδηση που σήμερα μας υποχρεώνει να εγερθούμε με οδηγό τις ανθρώπινες αξίες, εκείνες που τόσες φορές βρέθηκαν στην καρδιά των ξεσηκωμών, των εξεγέρσεων, των επαναστάσεων.
Γνωρίζουμε ότι πάει να συγκροτηθεί μια νέα συμμαχία μ’ όλ’ αυτά που η φύση που προσφέρει δωρεάν, μια συμμαχία που θα δώσει ένα τέλος στη στυγνή εκμετάλλευση της γης και του ανθρώπου. Σε μας αναλογεί να αρπάξουμε, με την έξαρση και το δυναμισμό του καπιταλισμού που εξορμά εις άγραν νέων κερδών, τις ελεύθερες και δωρεάν μορφές ενέργειας, που εκείνος ετοιμάζεται να μας πουλήσει πολύ ακριβά. Γιατί η εποχή μας, που δεν μαστίζεται από κρίση οικονομική, αλλά από κρίση της οικονομίας της εκμετάλλευσης, προσφέρει ταυτόχρονα και μια ευκαιρία στον άνθρωπο να γίνει ανθρώπινος. Και γίνομαι ανθρώπινος σημαίνει αρνούμαι να είμαι σκλάβος της εργασίας ή της εξουσίας και την ίδια στιγμή επιβεβαιώνω το δικαίωμά μου να διαμορφώνω τη μοίρα μου και να δημιουργώ καταστάσεις που ευνοούν την ευτυχία όλων.
Πολλά ερωτήματα τίθενται με μιαν αίσθηση επείγοντος, αίσθηση που κινδυνεύει να ενταθεί υπερβολικά με την ορμή των γεγονότων. Θα φροντίσω να μην δώσω απαντήσεις, αφού έξω από το πλαίσιό τους, έξω δηλαδή από τις πρακτικές συνθήκες και τις συλλογικότητες όπου τίθενται τα ερωτήματα, κινδυνεύουν να πέσουν στο κενό της αφαίρεσης – και η αφαίρεση, ως σκέψη αποκομμένη από τη ζωή, πάντοτε νεκρανασταίνει τα παλιά τέρατα της εξουσίας. Θα αρκεστώ λοιπόν να δώσω ορισμένες διευκρινήσεις.
1. Eίμαστε άραγε διατεθειμένοι να προσφέρουμε τις δυνάμεις μας για να ανακουφίσουμε τη χρεωκοπία ενός κράτους που όχι μόνο δεν υπηρετεί πια τους πολίτες αλλά ως βρυκόλακας τους ρουφά το αίμα για να ταΐσει τα πλοκάμια του παγκόσμιου τραπεζικού κήτους;
Η δύναμη της αδράνειας λειτουργεί εναντίον μας. Οι οικογενειακές, κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές, θρησκευτικές, ιδεολογικές παραδόσεις εξακολουθούν να αναπαράγουν από γενιά σε γενιά την εθελοδουλεία που κατήγγειλε ο Étienne de la Boétie. Από την άλλη, μπορούμε και να επωφεληθούμε από το σοκ που θα προκαλέσει η κατάρρευση του συστήματος και η αποσύνθεση του κράτους, να αξιοποιήσουμε τον πειρασμό να κοιτάξουμε πέρα από τα σύνορα της εμπορευματικής μιζέριας. Αναμενόμενο είναι να αντιστραφούν οι προοπτικές μας. Πέρα από τις ενδεχόμενες λεηλασίες σουπερμάρκετ, που ενέχουν και τον κίνδυνο να επιταχύνουν την εξάπλωση της φτώχειας, πολλοί καταναλωτές που απειλούνται με αποκλεισμό από την κατανάλωση, δεν θ’ αργήσουν να συνειδητοποιήσουν ότι ζωή δεν σημαίνει απλά επιβίωση, ότι η συσσώρευση προϊόντων νοθευμένων και άχρηστων δεν αξίζει τίποτε μπρος στην ευχαρίστηση μιας ύπαρξης όπου η ανακάλυψη των μορφών ενέργειας και των αγαθών που γεννά η φύση εναρμονίζεται με τις εκκλήσεις των επιθυμιών μας. Ότι η ζωή είναι εδώ και τώρα, ότι βρίσκεται στα χέρια της μεγάλης πλειοψηφίας και το μόνο που ζητά είναι να οικοδομηθεί και να εξαπλωθεί.
Ας πάψουμε να αυτοοικτιρόμαστε για τις αποτυχίες της χειραφέτησης που στιγματίζουν την ιστορία μας, όχι όμως για να εορτάσουμε τις όποιες επιτυχίες σημειώσαμε: Όλη τούτη η συζήτηση για νίκες και ήττες, αποτυχίες κι επιτυχίες αναδίδει τη δυσωδία του εμπορευματικού ανταγωνισμού, της τακτικής και της στρατηγικής, της αρπακτικότητας. Το ζήτημα είναι να προωθήσουμε εγχειρήματα που να διαπνέονται από ευτυχία και τόλμη και που να απαιτούν από μας να εφαρμόζουμε στην πράξη σχέδια αυτοδιαχείρισης και συνελεύσεις αμεσοδημοκρατικές.
Οι ζαπατιστικές κοινότητες της Τσιάπας ίσως να είναι οι μοναδικές που εφαρμόζουν σήμερα την άμεση δημοκρατία. Η κοινοκτημοσύνη της γης αποκλείει εκ των προτέρων τις συγκρούσεις για την ιδιοκτησία. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να μετέχει στις γενικές συνελεύσεις, να παίρνει το λόγο και να λέει τη γνώμη του, ακόμη και τα παιδιά. Ουσιαστικά δεν υπάρχουν αξιωματούχοι εκλεγμένοι με ψηφοφορία. Στα άτομα της κοινότητας που εκδηλώνουν ενδιαφέρον για κάποιον συγκεκριμένο τομέα, όπως η παιδεία, η υγεία, η μηχανική, ο καφές, η οργάνωση γιορτών, οι μορφές βιοκαλλιέργειας, οι εξωτερικές σχέσεις κ.ο.κ., η συνέλευση αναθέτει την αντίστοιχη αρμοδιότητα. Οι αρμόδιοι αυτοί εντάσσονται κατόπιν σε ένα «συμβούλιο καλής διακυβέρνησης» και για όσο διαρκεί η αποστολή τους, κάνουν τακτικά απολογισμό των δραστηριοτήτων τους στην κοινότητα. Οι γυναίκες, επιφυλακτικές στην αρχή, εξαιτίας των πατριαρχικών συνηθειών των Μάγιας, κατέχουν σήμερα εξέχουσα θέση στα «συμβούλια καλής διακυβέρνησης». Για να συνοψίσουμε τη βούληση των ζαπατίστας να δημιουργήσουν μια κοινωνία πιο ανθρώπινη, ιδού ένα σύνθημά τους, που μας θυμίζει πως πρέπει να είμαστε συνεχώς σε επιφυλακή: Δεν είμαστε παράδειγμα, είμαστε πείραμα.
2. Το χρήμα δεν οδεύει μόνον προς την υποτίμησή του, οδεύει προς την εξαφάνισή του. Κατά τη διάρκεια της ισπανικής επανάστασης, οι κοινότητες της Ανδαλουσίας, της Αραγονίας και της Καταλωνίας εφάρμοζαν ένα σύστημα διανομής που ακύρωνε την ανάγκη να καταφύγεις στο χρήμα. Σήμερα έγκειται σ’ εμάς να εξετάσουμε πώς θα ξερριζώσουμε, μέσα από σχέσεις ανθρώπινες, βασισμένες περισσότερο στη χαριστικότητα παρά στην ανταλλαγή, την εκμεταλλευτική συνθήκη στην οποία οι συναλλαγές μεταξύ αντικειμένων επικαθορίζουν τις συναλλαγές μεταξύ ανθρώπων.
Υπήρξαμε σκλάβοι μιας οικονομικής επιχείρησης που εγκαινίασε τον εμπορευματικό πολιτισμό, επιδεινώνοντας τις ατομικές και κοινωνικές συμπεριφορές, διατηρώντας μια μόνιμη σύγχυση μεταξύ άνεσης και αποφυσικοποίησης, προόδου και οπισθοδρόμησης, ανθρώπινης επιθυμίας και βαρβαρότητας.
Σίγουρα, οι χρηματοπιστωτικοί μηχανισμοί, απτοί ή άυλοι, συγκεκριμένοι ή εικονικοί, εξακολουθούν να συγκροτούν ένα σύστημα συνεκτικό. Όσο παράλογη κι αν είναι αυτή η συνοχή, διατηρεί την ικανότητα να κυριαρχεί στους θεσμούς και τις συμπεριφορές μας. Από την άλλη, μπορούμε να αναλογιστούμε τι μπορεί να συμβεί όταν η χρηματοπιστωτική κρίση αφαιρέσει από το χρήμα την αξία και τη χρησιμότητά του;
Ας μην έχουμε καμιά αμφιβολία ότι όσοι αρνούνται να παραχωρήσουν στο χρήμα το δικαίωμα να δεσπόζει τυραννικά στην καθημερινότητά τους, θα χαιρετίσουν την εξαφάνιση του χρήματος ως απελευθέρωση. Ωστόσο, ο φετιχισμός του χρήματος είναι τόσο βαθιά αγκυροβολημένος στα ήθη μας, που πολλοί απ’ όσους βρίσκονται υπό τον χιλιετή του ζυγό, θα βυθιστούν σε μια κατάσταση ψυχικής αναστάτωσης και κοινωνικής διαστροφής, μια κατάσταση όπου κυριαρχεί ο νόμος της ζούγκλας, ξεσπά ο πόλεμος όλων εναντίον όλων και σηκώνει κεφάλι η τυφλή βία που ψάχνει για εξιλαστήρια θύματα.
Ας μην αγνοήσουμε τα πλοκάμια του κήτους που κουλουριάστηκαν στα τελευταία τους αναχώματα. Η κατάρρευση του χρήματος δεν συνεπάγεται απαραίτητα και τέλος του φθονερού ανταγωνισμού, της εξουσίας, της ιδιοποίησης πραγμάτων και ζωντανών οργανισμών. Η όξυνση του χάους, που είναι τόσο επικερδής για τις κρατικές οργανώσεις και τις μαφίες, μεταδίδει έναν ιό αυτοκαταστροφής. Με τον ιό αυτόν, εθνικιστικές εξεγέρσεις, γενοκτονίες, θρησκευτικές συγκρούσεις, ανακάμψεις της φασιστικής πανούκλας, μπολσεβίκικες ή τρομοκρατικές, θα δηλητηριάσουν τα μυαλά μας, αν η ευαίσθητη και συνετή διάνοια του ζωντανού στοιχείου δεν επαναφέρει στο επίκεντρο των αναζητήσεών μας την ευτυχία και τη χαρά της ζωής.
Πόσο γοητευτική ήταν ανέκαθεν η ολική απόρριψη, εκείνη που, μετά τις πρώτες επιφυλάξεις που συναντά, διανοίγει ένα μυστικό πέρασμα και περιμένει να κερδίσει όλα τα στρώματα του πληθυσμού για να εγγυηθεί κατόπιν την ατιμωρησία και τη νομιμοποίηση της βαρβαρότητας που έχει πια γενικευθεί. Η άνοδος του ναζισμού στη Γερμανία έδειξε πώς ο αφηρημένος ανθρωπισμός μπορεί να μεταλλαχθεί στην χειρότερη αγριότητα.
Από την άλλη, η απανθρωπιά του παρελθόντος δεν πρέπει να επισκιάσει τη μνήμη του πιο ριζοσπαστικού στοιχείου που ενείχαν τα μεγάλα κινήματα κοινωνικής χειραφέτησης: της επιθυμίας να απελευθερώσουν τον αλλοτριωμένο άνθρωπο και να γεννήσουν εντός του την αληθινή ανθρωπινότητα που σε κάθε γενιά, αναπόφευκτα και αναπόδραστα, θα επανεμφανίζεται.
Η κοινωνία που έρχεται δεν έχει άλλη επιλογή. Πρέπει να ξαναπιάσει και να αναπτύξει τα εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης, από την Κομμούνα του Παρισιού μέχρι τις ελευθεριακές κοινότητες της επαναστατικής Ισπανίας, τα οποία θεμελίωσαν στην αυτονομία του ατόμου την αναζήτηση μιας αρμονίας, όπου η ευτυχία όλων θα είναι αλληλένδετη και αλληλέγγυα με την ευτυχία του καθένα και της καθεμιάς.
3. Η χρεωκοπία του κράτους θα αναγκάσει τις τοπικές κοινότητες να ιδρύσουν διοικητικούς μηχανισμούς κοινής ωφελείας προσαρμοσμένους στα ζωτικά συμφέροντα των ατόμων. Μην έχουμε όμως την αυταπάτη ότι η απελευθέρωση εδαφών της εμπορευματικής αυτοκρατορίας και η δημιουργία ελεύθερων ζωνών, όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα θα καταργούν τα δικαιώματα του εμπορίου και του κέρδους, θα επιτευχθούν δίχως κλυδωνισμούς και συγκρούσεις. Πώς λοιπόν θα υπερασπιστούμε τους θύλακες της χαριστικότητας που θέλουμε να σπείρουμε σ’ έναν κόσμο οριοθετημένο και ελεγχόμενο από ένα παγκόσμιο σύστημα λαίμαργο και αρπακτικό;
Στο πλαίσιο της πραγμάτευσης αυτής, μου φαίνεται εξαιρετικά σημαντικό το παραπάνω ερώτημα. Μου το έθεσε ένας φίλος πέρσης. Αντιμέτωπος με την κατασταλτική βία της ισλαμιστικής δικτατορίας στο Ιράν, απηχεί τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνική αντιπολίτευση, όταν συνειδητοποιεί την αριθμητική της δύναμη, αλλά ταυτόχρονα και την τραγική της αδυναμία μπρος στις ωμές επεμβάσεις του στρατού, της αστυνομίας και των «φρουρών της επανάστασης», δηλαδή παραστρατιωτικών ομάδων αποτελούμενων από κακοποιούς με θρησκευτική εξουσία η οποία νομιμοποιεί τις βιαιοπραγίες τους. Οι σκέψεις που ακολουθούν γράφτηκαν κατόπιν δικού του αιτήματος.
Ούτε στρατιώτης ούτε μάρτυρας
«Όποιος μπορεί τα περισσότερα, μπορεί και τα λιγότερα»: Να ένα ρητό κατάλληλο για όποια περίσταση μας καλεί να καταφύγουμε στη βία ή τη μη-βία, παντού όπου η καταστολή, κρατική, κομματική, ταξική, μαφιόζικη, θρησκευτική, ιδεολογική, εμποδίζει την ελευθερία και την έκφραση των ατόμων. Αν καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα εκεί που υπάρχει η αγριότερη, η πιο αμείλικτη καταστολή, θα μπορέσουμε κατ’ αναλογίαν να εξαγάγουμε κάποια συμπεράσματα σχετικά με τις χώρες όπου ο δημοκρατικός φορμαλισμός περιορίζει κάπως τις ακρότητες της όλης βαρβαρότητας. Είναι σαφές ότι υπάρχουν έντονες διαφορές στις συνθήκες της καταπίεσης ανάμεσα π.χ. στο Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, την Αλγερία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Ρωσία, την Κίνα, τις ΗΠΑ, την Κολομβία…
Μου φαίνεται πως μπορούμε άνετα να προσεγγίσουμε το ερώτημα παραμένοντας στο παράδειγμα του Ιράν, της Βόρειας Κορέας ή της Βιρμανίας και να προσαρμόσουμε τις προτάσεις μας για αντίσταση και σε άλλες χώρες, λιγότερο συνηθισμένες στη χρήση της βαναυσότητας.
Μέχρι σήμερα είχαμε δύο εναλλακτικές: Είτε η αποφασιστικότητά μας να βάλουμε τέλος στην κατασταλτική βία εισέβαλλε στο πεδίο του εχθρού για να αντιπαραθέσει στον εχθρό βία ίδια με τη δική του, αλλά με αντίθετη κατεύθυνση, από εμάς προς αυτόν· είτε η αντίθεση στην τυραννία κατέφευγε στην παθητική αντίσταση, στο ύφος του ειρηνισμού που είχε εφαρμόσει με αδιαμφισβήτητη επιτυχία ο Γκάντι.
Μπορεί βέβαια ο ειρηνισμός του Γκάντι να θριάμβευσε επί της αγγλικής κατοχής, αυτό όμως συνέβη επειδή είχε απέναντί του έναν αντίπαλο ο οποίος, όσο άσπλαχνος κι αν ήταν, σάστισε και οι αντιδράσεις του παρέλυσαν. Κι αυτό γιατί ο εχθρός εκείνος, η αγγλική κατοχή, διαπνεόταν από έναν φιλανθρωπικό φορμαλισμό, από τα υπολείμματα δηλαδή ενός ήθους, μιας πολεμικής δεοντολογίας, που τον έκαναν να διστάζει να σφάξει έναν πληθυσμό εχθρικό μεν, αλλά άοπλο.
Παρά την υποκρισία του, κάπου τον φαγούριζε ένα είδος στρατιωτικού fair play και τον εμπόδιζε να ξεδιπλώσει μια και καλή την τακτική της κατάπνιξης του εξεγερσιακού κινήματος από τη γένεσή του. Γνωρίζουμε ότι η διπλωματική ευφυΐα του λόρδου Μαουντμπάτεν επηρέασε και τη νίκη κάποιων λαϊκών διεκδικήσεων. Από την άλλη, όταν ο ειρηνισμός του Γκάντι πήγε να αντιπαρατεθεί με μια εξουσία πολύ λιγότερο επιρρεπή σε ηθικούς προβληματισμούς, όπως ήταν το απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής, αποδείχτηκε άχρηστος. Παρομοίως, η χούντα της Βιρμανίας δεν δίστασε να ανοίξει πυρ εναντίον του πλήθους των αντιφρονούντων που διαδήλωνε ειρηνικά. Σε μια παρόμοια λογική υπάγεται και η καταστολή στο Ιράν.
Τι απάντηση προτείνει το αντάρτικο; Κάθε φορά που κουβαλά μαζί του την απάντηση, είναι για κακό. Ο θρίαμβος των όπλων οδηγεί πάντοτε σε πικρή ήττα των ανθρώπων.
Το βασικό λάθος της ένοπλης πάλης είναι ότι δίνει προτεραιότητα σε έναν στόχο στρατιωτικό έναντι της δημιουργίας μιας ζωής καλύτερης για όλους. Αν πρέπει να διεισδύσεις στο πεδίο του εχθρού για να επιτύχεις τον στόχο σου, τότε έχεις ήδη προδώσει τη βούληση για ζωή υπέρ της βούλησης για δύναμη. Οι Κομμουνάριοι είχαν τα κανόνια, όταν όμως αδιαφόρησαν για τα χρήματα στην τράπεζα της Γαλλίας και για το πώς θα μπορούσαν να τα χρησιμοποιήσουν, βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση μπρος στα στρατεύματα των Βερσαλλιών. Γνωρίζουμε με ποιον τρόπο, στο όνομα της επανάστασης, ο στρατιωτικοποιημένος μπολσεβικισμός εξόντωσε τα πρώτα σοβιέτ, τους ναύτες της Κρονστάνδης, τους μαχνοβίτες και αργότερα τις ελευθεριακές κοινότητες στην Ισπανία. Τηρουμένων των αναλογιών, το ίδιο δήθεν κομμουνιστικό κόμμα, το ίδιο σταλινικό πνεύμα, αποστράγγιξε τον Μάη του ’68 από την ουσία του: Χωρίς εκεί να τέθηκε ζήτημα αντάρτικου, βλέπουμε ότι η ίδια έμμονη ιδέα της εξουσίας διαστρέβλωσε την ορμή της εξέγερσης.
Χρειάζεται μήπως να θυμίσουμε πως όπου θριάμβευσε το αντάρτικο, στην Κίνα του Μάο, στο Βιετνάμ, την Καμπότζη ή την Κούβα, η ένοπλη ιδεολογία έγινε ιδεολογικός στρατός που κατάργησε την ελευθερία για την οποία ισχυριζόταν ότι πολεμούσε; Το αποκρουστικό σύνθημα «η εξουσία βρίσκεται στην κάνη του όπλου» στην αρχή φέρνει στο μυαλό όσους αντιμάχονται κάθε μορφή αυταρχικής εξουσίας. Μετρά ωστόσο λιγότερα θύματα μεταξύ των αντεπαναστατών απ’ όσα μεταξύ των επαναστατών, των εχθρών της τυραννίας.
Από την άλλη βέβαια δεν θέλουμε άλλα Φρανκενχάουζεν. Εκεί, το 1535, οι εξεγερμένοι γερμανοί αγρότες αρνήθηκαν να αντισταθούν και αφέθηκαν να σφαχτούν από τον στρατό των πριγκήπων, επειδή, υπολογίζοντας στη βοήθεια του Θεού, ξέχασαν ότι, όπως έλεγε κι ο Μπυσύ-Ραμπουτέν, «ο Θεός είναι πάντοτε στο πλευρό των μεγάλων στρατευμάτων».
Θέλετε πιο πρόσφατο παράδειγμα; Στις 22 Δεκεμβρίου 1997, 45 άνθρωποι, κυρίως γυναίκες και παιδιά, δολοφονήθηκαν από παραστρατιωτικούς, στο Actéal, ένα μεξικανικό χωριό, μέσα σε μια εκκλησία την ώρα που προσεύχονταν. Επρόκειτο για ανθρώπους του κινήματος των Abejas, μιας ομάδας χριστιανών ειρηνιστών οι οποίοι, παρότι βρίσκονται κοντά στους ζαπατίστας, ενστερνίζονται την απόλυτη μη-βία. Αιτία της φρικωδίας αυτής ήταν η εγκατάσταση των Αμπέχας σε εδάφη που εποφθαλμιούσαν άλλοι ινδιάνοι, μέλη του διεφθαρμένου Θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος (PRI).
Πέρα από την αποστροφή που προκαλεί τούτη η βαναυσότητα, μπορεί κανείς να εξοργιστεί με τους βασανιστές χωρίς να θεωρήσει συνυπεύθυνη και τη χριστιανική τάση του μαρτυρίου και της αυταπάρνησης, που επιδρά στον δειλό ως διεγερτικό και προικίζει τον ακόμη πιο δειλό με την αμείλικτη σκληρότητα του Ματαμόρ; [Στμ: θρασύδειλο στρατιώτη-ήρωα της commedia dell’ arte]. Ο πιο δειλός απ’ όλους γνωρίζει ότι δεν ρισκάρει τίποτε όσο τα θύματά του αρνούνται να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και σφίγγει τη θηλιά στο λαιμό τους.
Οφείλουμε να είμαστε πιο προσεκτικοί με τα στοιχεία εκείνα στη συμπεριφορά μας που προκαλούν τον εχθρό να μας επιτεθεί, γιατί, χωρίς πάντοτε να το συνειδητοποιούμε, είναι σαν να του ανοίγουμε την πόρτα.
Πώς επιτυγχάνουν το στόχο τους οι αντίπαλοί μας; Συχνά ενσταλάζουν στο μυαλό μας μια παράλογη πίστη στην παντοδυναμία τους. Ενεργοποιούν το αντανακλαστικό του φόβου ότι ο παλιός κόσμος είναι αήττητος, την ώρα που ο κόσμος αυτός καταρρέει ολοσχερώς. Η καταστροφική επίρροια του δόγματος αυτού δεν εκδηλώνεται μόνο με την παραίτηση και τη μοιρολατρεία των μαζών. Το ίδιο δόγμα εμψυχώνει και την απέλπιδα τόλμη που σε οδηγεί να ορμήξεις στην επίθεση με την αίσθηση ότι θα πεθάνεις σε μια μάχη ανώφελη μεν, αλλά τουλάχιστον ένδοξη.
Κι όμως, είναι άραγε τόσο εκλεπτυσμένο το κατασταλτικό τους οπλοστάσιο, ώστε να είναι ικανό για παρεμβάσεις αστραπιαίες; Η πανταχού παρούσα τεχνολογία επιτήρησης δεν εμπόδισε την καταστροφή των πύργων της Νέας Υόρκης και μάλιστα με μέσα στοιχειώδη και ερασιτεχνικά. Έτσι είχε γελοιοποιηθεί και η αήττητη γραμμή Μαζινό από το γερμανικό στράτευμα, που απλά αγνοούσε την ύπαρξή της!
Αν τα μέσα της επιτήρησης των αντιπάλων παρουσιάζουν τέτοια κενά στον αγώνα τους ενάντια στις καταστροφικές δυνάμεις που τους απειλούν διαρκώς, με τι φόντα θα πολεμήσουν αποτελεσματικά μια δράση που δεν έχει στόχο να τα εξοντώσει, αλλά σχεδιάζει να δημιουργήσει μια κοινωνία ριζικά διαφορετική, μια κοινωνία που να αχρηστεύει και να χλευάζει τα σκιάχτρα των καλάσνικοφ ή των πυρηνικών.
Επιστρέφω στο ερώτημα: Πώς θα γίνει να αρνηθούμε και να μείνουμε ανυπεράσπιστοι μπρος στα όπλα της καταστολής, αλλά και να αντιτάξουμε στην κυρίαρχη εξουσία των όπλων τα ίδια όπλα που αυτή στρέφει εναντίον μας;
Η συζήτηση είναι ανοιχτή. Δεν έχω καμία έτοιμη απάντηση. Θα ήθελα απλώς να κάνω ορισμένα διευκρινιστικά σχόλια.
Η καλύτερη δικλείδα ασφαλείας είναι να μην εισερχόμαστε στο στρατόπεδο του εχθρού, εκεί δηλαδή όπου μας περιμένει και εύχεται να μας συναντήσει. Γνωρίζει καλά ως και τις πιο απόκρυφες γωνιές της επικράτειάς του, που οριοθετείται από το εμπόρευμα και τις συνήθεις συμπεριφορές που έχει εγκαθιδρύσει ο ίδιος (αρπακτικότητα, ανταγωνισμός, αυταρχικότητα, φόβος, ευπιστία, φετιχισμός του χρήματος, λαιμαργία, πελατειακές σχέσεις). Από την άλλη, αγνοεί τα πάντα για τη ζωή και τους αναρίθμητους δημιουργικούς της πόρους.
Ένα προληπτικό μέτρο, για τη δική μας προστασία, είναι να εξαφανίσουμε από τις συνελεύσεις μας κάθε μορφή και κάθε παρόρμηση της εξουσίας και της αυταρχικής οργάνωσης. Η ατομική αυτονομία είναι προϋπόθεση της αυτοδιαχείρισης. Αυτήν προσπαθεί να εφαρμόσει και το κίνημα VOCAL στην Οαχάκα, με τη συνέλευση βάσης που λαμβάνει απευθείας τις αποφάσεις για τα ζητήματά της και απορρίπτει κάθε παρέμβαση κομμάτων, συνδικάτων, πολιτικών σχημάτων, ή πελατειακών δημαγωγών.
Η συνοχή οφείλει να στηρίζεται σε ένα σχέδιο ατομικής και κοινωνικής ζωής. Το μέλλον ανήκει στις τοπικές κοινότητες που είναι ικανές να σκέφτονται παγκόσμια. Θέλω να πω: στις κοινότητες που με την εξάπλωση της ριζοσπαστικότητάς τους επιδιώκουν να χτίσουν τα θεμέλια μιας Διεθνούς του ανθρώπινου είδους. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να αποφύγουμε την παγίδα του τοπικιστικού κοινοτισμού, που είναι προϊόν του κρατικού ιακωβινισμού.
Αξίζει να διερευνηθεί η ιδέα των επιτροπών γειτονιάς που εφαρμόστηκε στην Οαχάκα. Το Μεξικό μακράν απέχει από το να είναι Ιράν, ωστόσο δεν προσφέρει και τις συνθήκες που έχουμε στην Ευρώπη. Στην Οαχάκα οι παραστρατιωτικοί δολοφονούν με την ευλογία ενός αυταρχικού κυβερνήτη. Εκείνος έχει ανάγκη από συνομιλητές στους οποίους θα διακρίνει τα σπέρματα της διαφθοράς που ενυπάρχουν σε κάθε εξουσία, όποια κι αν είναι. Έχει ανάγκη από κόμματα, συνδικάτα, φράξιες. Τα εντοπίζει εύκολα. Μαζί τους νιώθει πως βρίσκεται σε οικείο έδαφος και μπορεί, ανάλογα με τις περιστάσεις, να τα εξοντώσει ή να συνεργαστεί μαζί τους.
Αντίθετα, οι επιτροπές γειτονιάς έχουν μοναδικό τους στόχο να υπερασπιστούν τα συμφέροντα του τοπικού πληθυσμού, προσεγγίζοντας τα προβλήματα ανθρώπων, ζώων και πραγμάτων στη ρίζα τους, έτσι ώστε οι πρωτοβουλίες που λαμβάνονται για ορισμένους, να είναι ευπρόσδεκτες και από τη μεγάλη πλειοψηφία (το ξαναλέμε: η αρχή της τοπικότητας είναι αδιαχώριστη από την αρχή της παγκοσμιότητας). Οι επιτροπές γειτονιάς δεν εκπροσωπούν μιαν ένοπλη απειλή, δεν είναι κίνδυνος αναγνωρίσιμος από την εξουσία. Αποτελούν ένα πεδίο όπου φροντίζει κανείς για τις προμήθειες τροφής, νερού, ενέργειας, ένα πεδίο δηλαδή που η εξουσία δύσκολα ταυτοποιεί και αντιλαμβάνεται.
Έχει αρχίσει να αναπτύσσεται μια μορφή αλληλεγγύης σε ζητήματα φαινομενικά ευτελή και ανώδυνα, που μεταμορφώνει τις νοοτροπίες και τις διανοίγει προς τη συνείδηση και την επινοητικότητα. Επίσης, η ισότητα του άντρα και της γυναίκας, το δικαίωμα στην ευτυχία, η βελτίωση της καθημερινής ζωής και του περιβάλλοντος απεκδύονται τον αφηρημένο τους χαρακτήρα και αλλάζουν τις συμπεριφορές και τις συνήθειές μας.
Δίνοντας προτεραιότητα στα ερωτήματα που θέτει η καθημερινή ζωή καθιστούμε σιγά-σιγά ανενεργά και απαρχαιωμένα τα παραδοσιακά προβλήματα που μονότονα σφυροκοπούν οι ιδεολογίες, οι θρησκείες της γερασμένης αυτής πολιτικής, που είναι η πολιτική του παλιού κόσμου. Έτσι επιστρέφουμε και στην αρχική σημασία της λέξης πολιτική, που είναι η τέχνη του να κυβερνάς την πόλη, να βελτιώνεις δηλαδή κοινωνικά και ψυχολογικά τον τόπο όπου ένας πληθυσμός φιλοδοξεί να ζήσει σύμφωνα με τις επιθυμίες του.
Δεν έχουμε παρά να κερδίσουμε αν επιτεθούμε στο σύστημα και όχι στους ανθρώπους που είναι μεν υπεύθυνοι γι’ αυτό, αλλά είναι ταυτόχρονα και σκλάβοι του. Αν προσδεθούμε στο άρμα της συναισθηματικής πανούκλας, της εκδίκησης, της παρακμής, τότε θα συμμετέχουμε στο χάος και την τυφλή βία που έχουν ανάγκη το κράτος και οι κατασταλτικοί του μηχανισμοί για να συνεχίσουν να υπάρχουν. Δεν υποτιμώ την ανακούφιση που φέρνει σ’ ένα οργισμένο πλήθος η πυρπόληση μιας τράπεζας ή η λεηλασία ενός σουπερμάρκετ. Γνωρίζουμε όμως ότι η υπέρβαση αυτή εν τέλει αποτίει φόρο τιμής στο απαγορευμένο, είναι βαλβίδα εκτόνωσης της καταστολής, δεν καταστρέφει την καταστολή, την αποκαθιστά. Η καταστολή έχει ανάγκη από ανταρσίες τυφλές, χωρίς όραμα.
Τελικά δεν βλέπω να υπάρχει καταλληλότερο μέσο για την καταστροφή του εμπορευματικού συστήματος από τη διάδοση της έννοιας και των πρακτικών της χαριστικότητας (επί τόπου, κάτι τέτοιο ασκούν δειλά-δειλά όσοι μπλοκάρουν τα παρκόμετρα, προς μεγάλη απογοήτευση των εταιρειών που επιδιώκουν να κλέβουν το χώρο και τον χρόνο μας).
Τόσο λίγη φαντασία έχουμε, τόσο λίγη δημιουργικότητα, που να μην μπορούμε να απαλείψουμε τους περιορισμούς των διαφόρων λόμπυ, κρατικών και ιδιωτικών; Ποια μέσα θα βρουν να επιστρατεύσουν εναντίον ενός συλλογικού κινήματος που θα διεκδικεί δωρεάν δημόσιες συγκοινωνίες, θα αρνείται να πληρώνει φόρους και δασμούς σ’ ένα κράτος-απατεώνα και αντίθετα θα επενδύει, για το καλό όλων, στον εξοπλισμό μιας περιοχής για την παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, θα αποκαθιστά την ποιότητα των υπηρεσιών υγείας, παιδείας, διατροφής και την ποιότητα του περιβάλλοντος;
Αποκαθιστώντας μια πραγματική πολιτική συσπείρωσης της κοινότητας θα θέσουμε τα θεμέλια της αυτοδιευθυνόμενης κοινωνίας. Στις απεργίες στα τρένα, τα λεωφορεία, τα μετρό, αντί να εμποδίζουμε τη μετακίνηση των πολιτών στα μέσα συγκοινωνίας, γιατί να μην τα κινούμε, αλλά χωρίς εισιτήριο; Η ωφέλεια είναι τετραπλή: Πλήττονται τα έσοδα των εταιρειών, μειώνονται τα κέρδη των πετρελαϊκών λόμπυ, χτυπιέται ο γραφειοκρατικός έλεγχος των συνδικάτων και κυρίως, αναζωπυρώνεται το αίσθημα της συμμετοχής και γεννιέται η μαζική στήριξη όλων όσων χρησιμοποιούν τις συγκοινωνίες!
Είμαστε βυθισμένοι σε προβλήματα πλαστά που αποκρύπτουν τα πραγματικά προβλήματα. Οι διάφορες αντιλήψεις, πάντοτε χειραγωγημένες, τελικά χειραγωγούν αυτό που θα έπρεπε να είναι το μοναδικό μας κίνητρο: η αβεβαιότητα και το ρίσκο των καθημερινών επιθυμιών, δηλαδή οι εμπειρίες που θα θέλαμε να βιώσουμε, τα μέσα για να απαλλαγούμε από ό,τι μας αλυσοδένει…Ποιο το νόημα όλων αυτών των συζητήσεων για την κρίση από την οποία πρέπει να εξέλθουμε, όσο δεν εξερχόμαστε απ’ αυτήν, όσο μένουμε με την απελπισία της υποχρεωτικής εργασίας, την ανία της κατανάλωσης, την απάρνηση κάθε πάθους για να αποκτήσουμε περισσότερα χάνοντας όμως τη χαρά της ζωής – χάριν ενός κέρδους που, επιπλέον, είναι καταδικασμένο να καταρρεύσει;
Μαζί με τις πόζες της χειραφέτησης (φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός, κομμουνισμός), ο καταναλωτισμός και οι πελατειακές σχέσεις των λεγόμενων δημοκρατικών καθεστώτων έχουν αμβλύνει την ταξική συνείδηση, η οποία είχε αρπάξει από τον καπιταλισμό κάμποσες κοινωνικές δεξιότητες και τις έκανε δικές του. Οι αφηρημένες ιδέες μας πέταξαν στη λάσπη και το αίμα. Έπεσε από πάνω και η δήθεν «κοινή υπόθεση του λαού», το «καλό του τόπου» και μας αποτελείωσε.
Ο μόνος ριζοσπαστισμός σήμερα είναι η επιστροφή στα βασικά. Η επιστροφή στα βασικά εξουδετερώνει τους πλαστούς προβληματισμούς που τροφοδοτούν το συναισθηματικό χάος εις βάρος της συνείδησης. Παρεμπιπτόντως, το παράδειγμα του «καυγά για το ισλαμικό βέλο» αποκαλύπτει ανάγλυφα τη θεαματική λειτουργία που ιδιοποιείται, αφομοιώνει και πλαστογραφεί το δικαίωμά μας στην αυθεντική ζωή. Η όλη διαμάχη, είτε δικαιώνει είτε αναθεματίζει το βέλο, είτε είναι πουριτανική είτε ελαστική, είτε μιλά για καταπίεση είτε για ελευθερία, είτε για άρση είτε για απαγόρευση, τελικά κάνει κύκλους και αποκρύπτει μια πραγματικότητα που από κάποιους ανθρώπους βιώνεται καθημερινά: τις συνθήκες που υφίστανται οι γυναίκες. Το θέαμα, ως μέρος του όλου σχεδίου άρτος και θεάματα, προσφέρει ατέρμονες συζητήσεις για το πάπλωμα: υπογραφές για την εθελούσια υποταγή, προβοκάτσιες, φολκλορική διαδήλωση, κοινοτική συνοχή, δικαίωμα θρησκευτικής επιλογής, αντίδραση στην περιφρόνηση της γυναίκας από τη διαφήμιση, ερωτική υπόσχεση στα κρυμμένα κάλλη των γυναικών, συνδυασμός φιλαρέσκειας και σεμνότητας, έκφραση ιερότητας, κατάλληλο μέσο άμυνας ενάντια στη σεξουαλική παρενόχληση των ανδρών – που νομιμοποιούνται από την πατριαρχική παράδοση να ανακουφίζονται με την υγρή πλαδαρότητα της στέρησης στο βλέμμα…
Ο πραγματικός αγώνας δεν βρίσκεται εκεί, είναι στα βασικά, είναι στη χειραφέτηση που ενώνει τον άντρα και τη γυναίκα, είναι στην απόρριψη του απαρτχάιντ, του αποκλεισμού, της μισογυνικής και της ομοφοβικής συμπεριφοράς. Φτάνει πια με τους ψευδεπίγραφους διαλόγους, φτάνει με τις ιδεολογίες! ΣτοΤίποτε δεν είναι ιερό, όλα μπορούν να ειπωθούν διατύπωσα την εξής αρχή: Ανοχή σε όλες τις ιδέες, καμιά ανοχή σε βάρβαρες ενέργειες. Το μοναδικό μας κριτήριο είναι η ανθρώπινη πρόοδος, η γενναιοδωρία, ο εμπλουτισμός της καθημερινότητας. Οι πράξεις μας δικαιώνονται από το ίδιο το δικαίωμα στη ζωή.
Η εξουσία στοχεύει κι επιδρά στα συναισθήματα. Ο παράλογος φόβος που σκορπά είναι πηγή της τυφλής βίας από την οποία κατεξοχήν επωφελείται. Το πλεονέκτημα των τοπικών συλλογικοτήτων, που ανυπομονούν να καθορίσουν οι ίδιες τη μοίρα τους, που δίνουν προτεραιότητα στη δημιουργία μιας ζωής αυθεντικά ανθρώπινης, είναι ότι η πρακτική τους ξεπερνά το βάρβαρο αίσθημα της ακατέργαστης σκληρότητας και αφυπνίζει την ποιητική συνείδηση.
Όπως είναι άχρηστο το μποϋκοτάζ των νοθευμένων προϊόντων που μας σερβίρουν οι πετροχημικές και αγροβιομηχανικές μαφίες, αν δεν υπάρχει ταυτόχρονα πρόσβαση σε ποιοτική διατροφή, έτσι και η επιθυμία να τελειώνουμε με τον καταναλωτισμό που υποκαθιστά το είναι με το έχειν, δεν γεννιέται από κάποιο ηθικό δόγμα, αλλά από τη γοητεία που ασκεί η ιδέα της ελεύθερης ζωής.
Αν το να καταφεύγουμε στα όπλα του εχθρού είναι το προοίμιο μιας προκαθορισμένης ήττας, η αντίστροφη πορεία οδηγεί ξεκάθαρα κάπου αλλού: Όσο εξαπλώνεται η αίσθηση ότι η ζωή και η ανθρώπινη αλληλεγγύη είναι η μαγιά μιας ύπαρξης που σέβεται το όνομά της, τόσο η δειλία και η διχόνοια θα κάμπτουν την αποφασιστικότητα και τον φανατισμό που κινητοποιούν τους μισθοφόρους του κόμματος της διαφθοράς και του θανάτου.
Υπάρχουν μαρτυρίες ότι ένας αυξανόμενος αριθμός δολοφόνων με πατέντα, είτε πρόκειται για «φρουρούς της επανάστασης» στο Ιράν, κακοποιούς που στρατολογεί η Χαμάς, ισραηλινούς στρατιώτες που προπόνησαν τη σκληρότητά τους στη λωρίδα της Γάζας, για δολοφόνους στο βόρειο ή το νότιο Σουδάν, για σουδανούς που λεηλατούν χωριά … ότι όλος αυτός ο συρφετός έχει αρχίσει να διαβρώνεται από την αβεβαιότητα. Για μένα, τέτοιες μαρτυρίες δεν εξυπηρετούν κάποια ρητορική τακτική, δεν υπάγονται σε κάποιο στρατιωτικό σκεπτικό που μου επιτρέπει να συμπεράνω, αφελώς βέβαια, ότι ο εχθρός τάχα σκάβει το λάκκο του. Εδραιώνουν ωστόσο μια πιθανότητα: Όπως η χρηματοπιστωτική κρίση πάει να καταστρέψει το χρήμα, έτσι και η αυτοκτονική αποφασιστικότητα στην οποία ποντάρουν οι γραφειοκράτες του οργανωμένου εγκλήματος, οι μαφίες της κερδοσκοπικής βαρβαρότητας για να στρατολογούν τους πολεμιστές τους, απειλείται με υποτίμηση – ακόμη περισσότερο τώρα, που οι παλιές θρησκευτικές ή ιδεολογικές προφάσεις χάνουν την αξιοπιστία τους και οι φανατικοί αρχίζουν και αμφισβητούν την παντοδυναμία του Θεού-δολοφόνου.
Με αυτήν τη έννοια λοιπόν, προσβλέπω σε μιαν αντίσταση ικανή να γονιμοποιήσει τα εδάφη που ρήμαξε και ξέρανε η οικονομία της εκμετάλλευσης και οι γραφειοκρατικές της μαφίες. Ο δημιουργικός μας πλούτος κατέχει το μυστικό να προετοιμάσει και να διαχειριστεί, στο πλαίσιο της κοινωνικής και της ατομικής ζωής, τους χώρους και τους χρόνους που επιτέλους θα απελευθερωθούν από την εμπορευματική κυριαρχία. Μόνον η ποίηση μπορεί να ξεφύγει από το διαπεραστικό βλέμμα της εξουσίας. Μόνον το πάθος της ζωής μπορεί να αποκρούσει τον θάνατο.
Δύο υποσημειώσεις για την αυτοάμυνα
1. O EZLN αποτελείται από μερικές χιλιάδες πολεμιστές στο τροπικό δάσος της Λακαντόνα. Στις γενικές συνελεύσεις, οι γυναίκες πρότειναν –και εισακούστηκαν- ο EZLN να μην διεξάγει επιθετικές επιχειρήσεις, αλλά να κρατά μια στάση αμυντική. Όταν, ωστόσο, τα ζαπατιστικά χωριά απειλήθηκαν από παραστρατιωτικές ομάδες, ο EZLN δεν ενεπλάκη, έμεινε απλώς σε επιφυλακή. Τα «συμβούλια καλής διακυβέρησης» σχημάτισαν μια ανθρώπινη ασπίδα, μαζί με εκατοντάδες μέλη και συμπαθούντες, που είχαν έρθει από παντού. Οι δημιοσιογράφοι και οι καμεραμέν της τηλεόρασης κάλυψαν το γεγονός, αξιοποιώντας το θέαμα, ώστε όλος ο κόσμος να είναι ενήμερος για το τι θα επακολουθούσε σε περίπτωση επίθεσης. Αυτό ήταν αρκετό για να αναχαιτίσει τους επιτιθέμενους.
2. Σύμφωνα με ένα ινδικό παραμύθι, οι χωρικοί πάνε στο σοφό να παραπονεθούν για ένα τεράστιο φίδι που τους ορμάει και τους δαγκώνει θανάσιμα. Ο συριγμός που αναγγέλλει τον ερχομό του αρκεί για να σκορπίσει τον τρόμο στο χωριό. Ο σοφός πάει και βρίσκει το φίδι και καταφέρνει να το πείσει ν’ αφήσει ήσυχους τους χωρικούς. Αμέσως κάποιοι σπεύδουν να κοροϊδέψουν το φίδι που έπαψε ξαφνικά να σφυρίζει κι έγινε ειρηνικό, χλευάζουν την αδυναμία του και δεν χορταίνουν να το προκαλούν. Απηυδησμένο από την περιφρόνηση που του δείχνουν, το φίδι σέρνεται ως το σοφό και του εξομολογείται την ταραχή του: Πώς να φερθεί τώρα; Ο σοφός σκέφτεται λίγο και του απαντά: «Εγώ σου ζήτησα να σταματήσεις να σκοτώνεις, όχι να σταματήσεις να σφυρίζεις».
ΜΗΝΥΜΑ ΣΤΟΥΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σύντροφοι, δεν έπαψα ποτέ να ελπίζω στην επανάσταση της αυτοδιεύθυνσης και την επανάσταση της καθημερινής ζωής. Πόσω μάλλον σήμερα.
Έχω την πεποίθηση ότι, πάνω και πέρα από τα οδοφράγματα της αντίστασης και της αυτοάμυνας, οι ζωντανές δυνάμεις ολόκληρου του κόσμού ξυπνούν από έναν ύπνο βαθύ. Η ορμή τους, δυναμική και ειρηνική, θα σαρώσει κάθε εμπόδιο που ορθώνεται ενάντια στην απέραντη επιθυμία για ζωή, επιθυμία που τρέφει αναρίθμητους ανθρώπους που γεννιούνται και ξαναγεννιούνται με κάθε καινούργια μέρα. Ο κόσμος που έχουμε να χτίσουμε θα ξερριζώσει τον κόσμο που καταστρέφει τον εαυτό του.
Μέχρι σήμερα δεν ήμαστε παρά υβρίδια, μισός άνθρωπος – μισό θηρίο. Οι κοινωνίες μας υπήρξαν ως τώρα τεράστιες αποθήκες, όπου ο άνθρωπος, υποβιβασμένος σε εμπόρευμα, εξίσου φθηνός και ευτελής, μπορούσε να πουληθεί και να αλλαχθεί με κάποιο άλλο. Ας εγκαινιάσουμε μια εποχή όπου ο άνθρωπος θα ξαναβρεί την αποστολή του ως στοχαστή και δημιουργού και θα ξαναγίνει αυτό που είναι και θα είναι πάντα: ένα ολοκληρωμένο ανθρώπινο ον.
Δεν διεκδικώ το αδύνατο. Δεν απαιτώ τίποτα. Δεν με απασχολεί η ελπίδα ή η απελπισία. Θέλω μόνο να δω χειροπιαστή, στα χέρια τα δικά μας και στα χέρια ολόκληρου του κόσμου, μια Διεθνή του ανθρώπινου είδους, που θα θάψει στο παρελθόν τον ετοιμοθάνατο πολιτισμό του εμπορεύματος και το κόμμα του θανάτου που συσπάται και σκιρτά λίγο πριν ξεψυχήσει.
Αναδημοσίευση από : Ελευθεριακός Κόσμος